Αφιέρωμα: Ψάρεμα από βάρκα με στόχο τα «μαύρα» ψάρια
Ροφοί, στήρες, πίγκες, σφυρίδες, βλάχοι: τα «µαύρα» τρόπαια των ελληνικών θαλασσών.
Ψάρια µε τροµερή φήµη για τα θηριώδη µεγέθη που µπορούν να φτάσουν, καθώς και για το πώς µπορούν να αψηφήσουν τα εργαλεία µας και να µας κόψουν ή να βραχώσουν.
Tρεις αρθρογράφοι του περιοδικού µας θα παρουσιάσουν την αγαπηµένη τους τεχνική για το «ξεκλείδωµα» των ψαριών αυτών, ο καθένας µε το δικό του τρόπο τόσο στην τεχνική, όσο και στο λόγο.
Σε αυτό το τεύχος, εκτός από τους παλιούς µας αρθρογράφους, το Νίκο Εικοσιπεντάκη από την Κρήτη και το Γιάννη Μποντούρογλου από την Αττική, παρουσιάζουµε για πρώτη φορά τη δουλειά του Νίκου Μπεκιάρη από την Κω, ενός πραγµατικού µάστορα στο slow pitch jigging.
ΡΟΦΟΣ ΣΤΗΝ ΣΙΛΙΚΟΝΗ | Νίκος Εικοσιπεντάκης
Ροφός, ο άρχοντας του βυθού. Έτσι τον αποκαλούν οι περισσότεροι. Πόσες ιστορίες θα έχετε ακούσει για ένα τεράστιο ροφό που έχασαν (γιατί πάντα, ότι δεν ανεβαίνει πάνω στη βάρκα είναι θηρίο!), που τους τα έκοψε όλα χωρίς να προλάβουν να συνειδητοποιήσουν τι έγινε; Μέρες τους στοίχειωνε αυτό το τράβηγµα, η αίσθηση πως ο εξοπλισµός τους είχε φτάσει στα όρια… Και µετά, το ξαφνικό κόψιµο, το τέλος! Μια κακή εµπειρία που όλοι έχουµε περάσει.
Ποιος όµως έγινε καλύτερος µετά από αυτήν την εµπειρία, ποιος τα έβαλε κάτω και είπε «θα χρησιµοποιήσω πετονιά µεγαλύτερης διαµέτρου, θα δουλεύω ένα πιο κοντό και πιο σκληρό καλάµι, θα αλλάξω τακτική;»
Ας δούµε λοιπόν µερικές συνήθειες του ροφού και ας πούµε λίγα λόγια για το σωστό εξοπλισµό που πρέπει να έχουµε, ώστε η ιστορία µας να τελειώνει µε µια εντυπωσιακή φωτογραφία και ένα ωραίο τραπέζι παρέα µε φίλους!
Εποχές, συνήθειες και ώρες ψαρέµατος
Το ροφό θα τον βρείτε όλο το χρόνο, σε βάθη από 80 µέχρι 15 µέτρα, σε βραχώδεις πυθµένες και ξεκοµµένα µονόπετρα (πολύτιµα στίγµατα αυτά…) Η άνοιξη και το φθινόπωρο είναι οι εποχές που έχω πάρει τα περισσότερα strikes.
Για τις συνήθειες του ροφού στη σιλικόνη, µπορώ να µιλήσω για δύο βασικά πράγµατα που πρέπει να έχουµε κατά νου. Οχτώ στις δέκα φορές, ο ροφός θα πάρει τη σιλικόνη καθώς αυτή κατεβαίνει προς το βυθό. Εµείς θα πρέπει να είµαστε σε εγρήγορση, να κλείσουµε τα φρένα και να σηκώσουµε το ψάρι. Να µην το αφήσουµε να µπει στο θαλάµι του.
«Σκληρά» εργαλεία
Υπάρχει περίπτωση το χτύπηµα που θα κάνει να είναι νωχελικό ή να φτύσει τη σιλικόνη. Ας µην πανικοβληθούµε. Αφήνοντας την να πέσει κι άλλο, συνήθως θα το πάρουµε το ψάρι. Αυτό είναι όµως η αρχή, γιατί από εκεί και πέρα πρέπει να διαθέτουµε τα κατάλληλα, δυνατά εργαλεία για να το σηκώσουµε και να το φέρουµε στη βάρκα.
Είµαι ψαράς που δεν θέλει να αφήνει κανένα περιθώριο. Με λίγα και απλά λόγια: χοντρά εργαλεία. Για τα δικά µου δεδοµένα λοιπόν, διαλέγω ένα αρκετά σκληρό καλάµι, νήµα 0.28mm για το µηχανισµό και πετονιά fluorocarbon 0.60mm για παράµαλλο. ∆εν θέλω ούτε να βραχώσει το ψάρι, ούτε να το αφήσω µε µια βαριά µολυβοκεφαλή πάνω του.
Το καλάµι µου το θέλω µονοκόµµατο 1.60 έως 1.80 σκληρό κορµό και µε ελάχιστη παραβολή. Θέλω στιβαρά εργαλεία για να µην αφήνω κανένα περιθώριο για βράχωµα.
Πολλοί φίλοι θα έχουν αντιρρήσεις: χοντρά εργαλεία, σηµαίνουν λιγότερα strikes. Η θέση µου είναι και πάλι απλή. Προτιµώ λιγότερα χτυπήµατα από ένα καλό µαύρο και περισσότερες πιθανότητες να το φέρω στη βάρκα, παρά να ξεγελάσω ένα πονηρό ψάρι και να το χάσω από βράχωµα.
Από σιλικόνες δουλεύω πολύ το µπλε χρώµα αν και έχω πάρει σχεδόν σε όλα τα χρώµατα χτύπηµα. Προσπαθώ όσο µπορώ να έχω λίγα γραµµάρια µολυβοκεφαλές σε συνδυασµό µε µεγάλα σώµατα. Επιλέγω 90 µε 100 γραµµάρια µολυβοκεφαλή έως και 60 για να κατεβαίνω στο βυθό σχετικά αργά.
Οι καλές ώρες
Tα συµπεράσµατα στους δικούς µου τόπους γύρω από την Κρήτη, έχουν βγει µετά από πολλά ψαρέµατα. ∆εν είναι κάτι δεσµευτικό για όλους, µα πρέπει να τα σηµειώσω. Την άνοιξη θα προτιµήσω τις µεσηµεριανές ώρες και το σούρουπο για το ψάρεµα του ροφού.
Το καλοκαίρι φροντίζω να είµαι στον τόπο που θα ψαρέψω µε το πρώτο φως της µέρας, δηλαδή τα χαράµατα. Στο σούρουπο του καλοκαιριού, πριν σκοτεινιάσει για τα καλά, θα δοκιµάσω τέσσερα καλά στίγµατα. Το φθινόπωρο προτιµώ και πάλι τις µεσηµεριανές ώρες και το σούρουπο, ενώ θα αποφύγω να ψαρέψω πρωί.
SLOW PITCH JIGGING ΓΙΑ ΜΑΥΡΑ: ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ | Νίκος Μπεκιάρης
«Με ένα καλαµάκι µόλις 150gr. και οδηγούς τόσο µικρούς ώστε ένας κόµπος µόλις που χωράει να περάσει από έναν οδηγό;», είναι η πρώτη σκέψη που θα κάνει κάποιος προσεγγίζοντας την τεχνική µε στόχο τα µαύρα! Ένας έµπειρος τεχνίτης από την άλλη, ξέρει ότι τα µαύρα είναι εύκολος στόχος, και θα πρέπει να δείξει αυτοσυγκράτηση και σωστή διαχείριση στους τόπους.
Πού θα τα βρούµε;
Σε άγριους βυθούς µε τεράστια βράχια, σε απότοµο πέσιµο του βυθού και όπου υπάρχουν τα κατάλληλα «κρησφύγετα» για να προστατευτούν, όπως σπηλιές, πλάκες, φυκιάδες και ποσειδωνίες.
Συνήθως, οι στήρες δεν είναι µόνες τους, αλλά αναζητούν ασφάλεια κοντά σε ένα ροφό. Οι σφυρίδες συχνάζουν σε λάσπες ή βούρκο, όπου µπορούν να σκάψουν µόνες τους το θαλάµι, αλλά και σε αυτό που οι ψαράδες λέµε «άσπρα-µαύρα», δηλαδή ποσειδωνίες µέσα σε άµµο ή λασπώδη βυθό.
Η ζώνη που θα ψάξουµε, ξεκινά συνήθως από τα 40 µέτρα και κάτω.
Σημαντικό!
Να έχουµε υπ’ όψη µας ότι τα µαύρα ψάρια θα µαζέψουν κοντά τους κοπάδια από µικρόψαρα, θα ξυστούν στα βράχια και θα αφήσουν βλέννα από το δέρµα τους, αλλά και υπολείµµατα τροφής που µαλαγρώνουν τον τόπο και προσελκύουν τα µικρόψαρα, τα οποία µε τη σειρά τους θα τραβήξουν µεγαλύτερους θηρευτές στην περιοχή. Αν πάρουµε το µαύρο από έναν τόπο, «θυσιάζουµε» πολλές φορές την ύπαρξη άλλων θηρευτών για αρκετό καιρό εκεί τριγύρω, οπότε ας είµαστε φρόνιµοι και ας επιλέξουµε µε σύνεση!
Εξοπλισμός
Καλάµι:
Το slow είναι αρµονία, ευαισθησία και ρυθµός. Θέλουµε ένα ποιοτικό καλάµι µε ενδείξεις ότι διαχειρίζεται νήµα PE 2.5-3 και πλάνους έως 250-300gr, µε ζύγισµα τέτοιο ώστε να «κουµπώνει» µέσα στο χέρι µας, όχι µόνο για να είναι το ψάρεµα ξεκούραστο, αλλά και για να µας παρέχει χρήσιµες πληροφορίες για τη συµπεριφορά του πλάνου, δίνοντάς του την κίνηση που θέλουµε, σε όλες τις συνθήκες.
Από τη στιγµή που θα χτυπήσει το ψάρι, το καλάµι δεν συµµετέχει, τελείωσε η αποστολή του! Η δουλειά από εδώ και πέρα είναι του µηχανισµού. ∆υστυχώς, ένα καλό καλάµι κοστίζει αρκετά χρήµατα. Προσωπικά, αντί να έχω 2-3 µέτρια καλάµια, προτιµώ ένα και σωστό.
Μηχανισµός:
• Στιβαρός, µε µικρό βάρος, δυνατά και γραµµικά φρένα, σχέση από 5,8 έως 7:1, και µε άνετο στο χέρι µας λεβιέ, που θα µας βοηθά να έχουµε ρυθµό. Ανάκτηση από 75 πόντους έως και 110εκ. ανά µανιβελιά.
• Στενός, γιατί δεν γίνεται να δίνουµε κίνηση στον πλάνο και ταυτόχρονα να προσέχουµε αν µαζεύει σωστά ο µηχανισµός το νήµα.
Υπάρχει όµως και το ερώτηµα: «σταθερού η περιστρεφόµενου τυµπάνου;»
Στα περισσότερα slow pitch jigging καλάµια, οι οδηγοί είναι τοποθετηµένοι µε τέτοιο τρόπο, ώστε να δουλεύουν καλύτερα µε µηχανισµούς περιστρεφόµενου τυµπάνου. Ο Ιάπωνας που εφηύρε την τεχνική, ψαρεύει επίσης µε µηχανισµό περιστρεφόµενου τυµπάνου.
Υπάρχουν πολλοί σοβαροί λόγοι που δίνουν πλεονέκτηµα σε αυτούς τους µηχανισµούς. Ο σοβαρότερος είναι ότι δίνει την ευαισθησία που ζητάµε κατά την κάθοδο του πλάνου προς το βυθό, οπότε και συµβαίνουν τα περισσότερα χτυπήµατα.
Ο µηχανισµός φροντίζουµε να είναι γεµάτος µε νήµα οκτάκλωνο, µε λεία υφή και διάµετρο 0,23mm (χοντρικά PE2). Προτιµούµε τα πολύχρωµα, και όταν ο πλάνος ακουµπήσει βυθό, θυµόµαστε τι χρώµα έχει το νήµα επάνω στο καλάµι. Σε περίπτωση που ρίξουµε στο ίδιο βάθος και συνεχίζει να φεύγει νήµα πιο πολύ από το χρώµα που είχαµε, κάποιο ψάρι πήρε το τεχνητό µας στο πέσιµο και τρέχει!
Παράµαλλο:
Αόρατη πετονιά 0.52mm (fluοrocarbon #10) από 1 έως 3 οργιές, για λόγους αντοχής. Στην πιθανή επαφή µε βράχια και πάνω από τον κόµπο, 10 τσακιστές θηλιές θα δουλέψουν σαν ελατήριο. Εννοείται πως ελέγχουµε συχνά για τυχόν φθορές και αλλάζουµε παράµαλλα σε κάθε ψάρεµα.
Πλάνοι:
Το ζητούµενο είναι ένας πλάνος που δεν θα φύγει «σφαίρα» στο βυθό, αλλά ούτε και θα αιωρείται ανάµεσα στα βράχια. Οι Ιάπωνες µας λένε ότι για κάθε µέτρο βάθους θέλουµε 1,5 έως 2 γραµµάρια βάρος στον πλάνο. Λαµβάνοντας όµως υπόψη µας ότι εκείνοι ψαρεύουν στον ωκεανό, αν οι συνθήκες µου επιτρέπουν να ψαρέψω έναν πλάνο από 150 µέχρι 200 γρ., θα προτιµήσω τον 150άρη.
Από τις 3 βασικές κατηγορίες σχήµατος πλάνων (pencil, leaf, knife), θα προτιµούσα κάτι σε σχήµα knife, που ανταποκρίνεται σε µικρά, νευρικά jerks, αρµατωµένο µε 2 αγκίστρια µπροστά και 2 πίσω. Το χρώµα είναι σχετικό σε κάθε τόπο, αλλά εγώ έχω δει καλύτερα αποτελέσµατα σε πλάνους µε χρυσοκόκκινο χρωµατισµό.
Βυθόμετρο
Ψαρεύουµε τα µαύρα σε άγριους βυθούς µε τεράστια βράχια, οπότε δεν θα δούµε πάντα τα ψάρια, αλλά πολλές φορές… θα τα υποψιαστούµε. Το ψιλό σε «µπάλες» ή το σηµείο που κινούνται τα µικρότερα, τα οποία τις περισσότερες φορές θα µας «ρουφιανέψουν» τα ψάρια, είναι ένας καλός λόγος για να ρίξουµε τον πλάνο µας και να τα κάνουµε να βγουν από την κρυψώνα τους.
Τεχνική
Το βάθος που θα αναζητήσουµε τα µαύρα, είναι από 40 έως 120 µέτρα. Ένα τραυµατισµένο ψάρι που βρέθηκε τη λάθος στιγµή, στο λάθος σηµείο και προσπαθεί να ξεφύγει, είναι αυτό που θέλουµε να δουν τα ψάρια από τον πλάνο µας. Οι κινήσεις πρέπει να κρατούν τον πλάνο αρκετό χρόνο στην ακτίνα δράσης των ψαριών, αλλά να µην τους δίνει περιθώρια να τον επεξεργαστούν.
Πάντα φροντίζουµε να είµαστε κάθετα, και µόλις ο πλάνος ακουµπήσει στο βυθό, αυτοµάτως παίρνουµε δύο γρήγορες µανιβελιές. Αυτό το κάνουµε αφενός για µην προλάβουν τα αγκίστριά του να ακουµπήσουν στα βράχια και σκαλώσει, αφετέρου για την πιθανότητα να µας περιµένει το ψάρι µε το στόµα ανοιχτό. Έτσι κι αλλιώς πάντως, θα πρέπει να πάρουµε ότι µπόσικα υπάρχουν, ώστε να έχουµε άµεση επαφή µε τον πλάνο.
Το κάρφωµα γίνεται µε γρήγορες µανιβελιές, αφού το καλάµι του slow δεν είναι φτιαγµένο για να καρφώνει.
Μόλις πάρουµε τα µπόσικα και έπειτα, πολλές τεχνικές απλώνονται µπροστά µας. Παρουσιάζω µερικές από αυτές. Μισές µανιβελιές (half pitch) και µικρά νευρικά τινάγµατα (jerks). Aρκετές φορές πάλι, σηκώνουµε απαλά τη µύτη του καλαµιού, και έπειτα αφήνουµε να πέσει ο πλάνος µόνος του, χωρίς να χάνουµε την επαφή µαζί του (long fall), µε µισές ή ολόκληρες µανιβελιές.
Οι συνδυασµοί των κινήσεων είναι πολλοί, και αν συνυπολογίσουµε την ποικιλία των πλάνων (σχήµατα, χρώµατα, µεγέθη), δύσκολα θα πονηρέψουν τα ψάρια.
Κατά την ανάκτηση, καλό είναι να κάνουµε στάση για µια στιγµή, ώστε να δώσουµε περιθώριο στο ψάρι που πιθανόν κυνηγάει τον πλάνο, να τον προλάβει.
Όταν έχουµε χτύπηµα, προσπαθούµε µε γρήγορες µανιβελιές «να πάρουµε κεφάλι» στο ψάρι, κατεβάζοντας ταυτόχρονα το καλάµι προς τη θάλασσα. Σε όλη τη διάρκεια της µάχης, η µύτη του καλαµιού θα πρέπει να είναι πάντα στραµµένη προς το ψάρι.
Και προσοχή: το δαχτυλάκι µακριά από την µποµπίνα, όχι φρένο µε δάχτυλο! Θέλει τεράστια εµπειρία!
Καλύτερες ώρες
Καλύτερες ώρες είναι το πρωί, το µεσηµέρι και κοντά στη δύση. Κάτι σαν τις ώρες που παίρνουµε την αντιβίωση!
Προσοχή µεγάλη: Είναι σηµαντικό να µην ρίξουµε ποτέ τον πλάνο πάνω από 5 φορές συνεχόµενες σε ψάρια που βλέπουµε στο βυθόµετρο. Αν επιµένουµε πάνω από τον τόπο, ανεβοκατεβάζοντας τον πλάνο χωρίς να πάρουµε ψάρι, δεν ψαρεύουµε πλέον, αλλά κοιτάµε να µάθουµε στα ψάρια την τεχνική του slow jigging!
Τα μαυρόψαρα
Στήρες: Λαίµαργα ψάρια, θα χτυπήσουν µέχρι και πολύ πάνω από το βυθό. Μαχητικές, αλλά το µικρό τους µέγεθος και το γεγονός ότι πολύ σπάνια θα βραχώσουν, τις κάνει εύκολο θήραµα.
Σφυρίδες: Πανέξυπνα ψάρια και πολύ επιφυλακτικά, όταν αποφασίσουν να επιτεθούν θα το κάνουν µακριά από το θαλάµι τους. Από τα πιο µαχητικά ψάρια, βάζουν σε δύσκολες δοκιµασίες τον εξοπλισµό µας. Θα προσπαθήσουν να βραχώσουν, θα κάνουν ότι πονηριά µπορέσουν, από το να µας πάρουν κεφάλι και να κόψουν το παράµαλλο µε τα µάγουλα, µέχρι να στριφογυρίζουν σαν σµέρνα. Το πιο δύσκολο θήραµα στην τεχνική του slow jigging!
Ροφός: Ο άρχοντας της ξέρας θα αρπάξει ότι πέσει κοντά του! ∆ύσκολα τα πρώτα µέτρα ανάκτησης και αν καταφέρουµε και τον σηκώσουµε λίγα µέτρα, τότε είναι δικός µας!
Πίγκα: Αιωρείται δίπλα από γκρεµούς ή πάνω από τεράστια βράχια σε κοπαδάκια. ∆εν είναι ιδιαίτερα µαχητικό ψάρι, και όπου πιάσουµε πίγκα, σηµαίνει ότι κάτω υπάρχουν ροφοί και στήρες!
Κλείνοντας να επισηµάνω:
• Αν δούµε στο βυθόµετρο ψάρια και ρίχνοντας τον πλάνο εξαφανιστούν, φεύγουµε γρήγορα από τον τόπο.
• Όπου υπάρχουν µαύρα ψάρια, θα συχνάζουν συναγρίδες και θα κόβουν βόλτες µαγιάτικα.
• Όταν µας σπάσουν τα εργαλεία στη µάχη, φταίµε εµείς!
• Αν το ψάρι βάλει όλο τον πλάνο µέσα στο στόµα και έρθει το παράµαλλο στα δόντια, το χάσαµε, αλλά δεν είναι από λάθος µας.
• Σε περίπτωση που πάρουµε strike, αλλά δεν πιαστεί το ψάρι συνεχίζουµε σαν να µην έγινε τίποτα. Τα µαύρα ξαναχτυπάνε στον πλάνο (οι σφυρίδες λίγο πιο δύσκολα).
• Αν σκαλώσουµε σε βράχια, δεν προσπαθούµε ποτέ να ζορίζουµε καλάµι ή µηχανισµό, αλλά ερχόµαστε κάθετα, ανοίγουµε τα φρένα, και «παίζοντας» το νήµα µε το χέρι, τις περισσότερες φορές θα πάρουµε επάνω τον πλάνο.
• Η λαβή του καλαµιού θα βρίσκεται ανάµεσα αγκώνα και µασχάλη, η χούφτα µας θα κάτσει γύρω από το µηχανισµό και είναι αυτή που θα το κρατάει απαλά στη σωστή θέση και ισορροπία. Η κίνηση γίνεται κυρίως µε το µπράτσο, ενώ στο strike η λαβή πάει στη µασχάλη.
• Σφυρίδες, στήρες, πίγγες, µπορεί να πετύχουµε ακόµα και περαστικές από ένα τόπο. Ο ροφός είναι µόνιµος κάτοικος.
• Όπου πήραµε µαύρο ψάρι, κρατάµε το στίγµα, γιατί σύντοµα το θαλάµι που άραζε θα το επισκεφτεί νέο ψάρι.
• Αφήνουµε τους τόπους να ξεκουράζονται, δεν τους ψαρεύουµε συχνά για να µην «κάψουµε» το µέρος. Σαν βασικό εξοπλισµό στο σκάφος, θα πρότεινα σε µια γωνιά να έχουµε ένα προσκυνητάρι, για τις προσευχές που θα κάνουµε σε περίπτωση που µας αρπάξει τον πλάνο ένας βλάχος τεράστιος ψαρεύοντας για φαγκριά!
Καλές θάλασσες, µε πολλές slow συγκινήσεις!
ΣΥΡΤΗ ΑΦΡΟΥ: ΟΙ ΣΤΗΡΕΣ ΤΩΝ ΕΚΠΛΗΞΕΩΝ | Γιάννης Μποντούρογλου
Μία από τις πιο όµορφες εκπλήξεις που µπορεί να συναντήσουµε στην τεχνική της συρτής αφρού, είναι χωρίς αµφιβολία οι στήρες! Λογικό είναι κάποιοι να παραξενευτούν, αφού µιλάµε για ένα ψάρι που κινείται στα κατώτερα στρώµατα της θάλασσας και το βυθό. Υπό προϋποθέσεις όµως, µπορούµε να τις προσελκύσουµε και να τις προκαλέσουµε να επιτεθούν στα τεχνητά µας και µάλιστα χωρίς τη χρήση βαριδιών, αφού τότε δεν θα µιλούσαµε για συρτή αφρού, αλλά για συρτή βυθού.
Ταυτότητα
Η στήρα ανήκει στην οικογένεια των Σερρανίδων. Η επιστηµονική της ονοµασία είναι Epinephelus Costae. Το εντυπωσιακό είναι (όπως ενηµερώθηκα από το διαδίκτυο), ότι µπορεί να βρεθεί ακόµα και σε βάθος 1000 µέτρων, ενώ συναντάται τόσο σε φυκιάδες, όσο και σε βραχώδη σηµεία.
Όσο είναι µικρές, οι στήρες κινούνται σε οµάδες και σε µικρότερα βάθη, ενώ µεγαλώνοντας γίνονται µοναχικές και κάθε µία ζει στη φωλιά ή τη τρύπα της.
Το βάρος της µπορεί να ξεπεράσει τα 7 κιλά, ενώ τα συνήθη µεγέθη στα νερά µας είναι µέχρι 5 κιλά. Το είδος είναι παρόµοιο µε τα είδη του βλάχου, του ροφού, της πίγγας και της σφυρίδας. Η ράχη του έχει καστανή και σκούρα απόχρωση (περίπου µαύρη).
Τα πιο γέρικα ψάρια έχουν σχεδόν την ίδια µορφή, ενώ οι νεαρότερες έχουν και 5-6 σκούρες παράλληλες γραµµές, οι οποίες ξεθωριάζουν όταν το ψάρι µεγαλώσει, αλλά παραµένουν ευδιάκριτες. Επίσης, τα ενήλικα έχουν και χρυσή κηλίδα πίσω και πάνω από το βραγχιακό επικάλυµµα.
Το σώµα της στήρας είναι πιο µικρό από αυτό του ροφού και του βλάχου, αλλά και περισσότερο στενόµακρο σε σύγκριση µε τα υπόλοιπα δύο. Σε αντίθεση µε το ροφό, η στήρα δεν έχει κυνόδοντες και το κάτω σαγόνι της εξέχει αρκετά.
Κατάλληλα τεχνητά
Είναι γεγονός πως κατά περιόδους µπορεί να δεχτούµε επιθέσεις σε οποιοδήποτε τεχνητό που θα βρεθεί στο οπτικό πεδίο µίας στήρας. Αυτό συµβαίνει κατά κόρον από µικρά άτοµα του είδους, τα οποία δεν είναι καθόλου επιφυλακτικά και εξαπολύουν επίθεση σε οτιδήποτε κινείται. Φυσικά, σε αυτές τις περιπτώσεις η απελευθέρωση πρέπει να θεωρείται δεδοµένη (όταν είναι εφικτή) και η απαγκίστρωση πρέπει να γίνεται µε µεγάλη προσοχή.
Αυτό που θα πρέπει να θυµάστε, είναι πως οι στήρες δεν επιτίθενται στα τεχνητά µας µόνο για να τραφούν, αλλά και για λόγους χωροκράτειας. Αυτό συµβαίνει κυρίως κατά την ανοιξιάτικους µήνες, οπότε τα ψάρια βρίσκονται σε αναπαραγωγική περίοδο, µε αποτέλεσµα να επιτίθενται σε οτιδήποτε κρίνουν ως εισβολέα στην περιοχή τους.
Το τεχνητό µας λοιπόν, µπορεί πολλές φορές να παίξει το ρόλο αυτού του εισβολέα και να δεχτεί χτυπήµατα, τα οποία είναι συγκεκριµένα και χαρακτηριστικά, αφού οι σαλαγκιές µας αρπάζουν το ψάρι από οποιοδήποτε σηµείο του σώµατός του εκτός από το στόµα του.
Όταν όµως οι στήρες βρίσκονται σε διατροφικό οίστρο, κι αυτό συµβαίνει κυρίως κατά τους φθινοπωρινούς µήνες, τότε δεν θα διστάσουν να καταπιούν τα τεχνητά µας, και µάλιστα αυτά που έχουν «χορταστικές» διαστάσεις και µεγάλες σαλαγκιές. ∆εν θα πρέπει να ξεχνάτε πως µιλάµε για δυνατά ψάρια µε µεγάλο στόµα, κι όταν είναι αποφασισµένα να φάνε, το δείχνουν µε τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο.
Πολλοί θεωρούν λανθασµένα πως οι στήρες είναι «αργά» και νωχελικά ψάρια, κι ότι θα πρέπει να κάνουν χρήση τεχνητών τα οποία είναι κατασκευασµένα για να πλέουν σωστά µε µικρές ταχύτητες. Φυσικά και µπορεί να πάρουµε ψάρια σε αυτά τα τεχνητά, εγώ όµως θα σας πρότεινα να κάνετε κάτι άλλο. Χρησιµοποιείστε τεχνητά από 12 έως 15 εκατοστά, µε ενισχυµένη κατασκευή, δυνατές σαλαγκιές και µακριές γλώσσες.
Αυτό που θα προσέξετε ιδιαίτερα, είναι η επιλογή floating τεχνητών, δηλαδή δολωµάτων που επιπλέουν. Αυτό θα σας φανεί ιδιαίτερα χρήσιµο, αφού εάν, για οποιοδήποτε λόγο, χρειαστεί να κάνετε κάποια µικρή παύση στη συρτή σας ή στρίψετε απότοµα το σκάφος σας, δεν θα έχετε απώλεια του τεχνητού από κάποιο σκάλωµα στο βυθό ή σε κάποια αποχή που ανεβαίνει κοντά στην επιφάνεια.
Τονίζω και πάλι, πως δεν θα πρέπει να έχετε καθόλου άγχος για το αν θα πρέπει να κινηθείτε σε πιο γρήγορους ρυθµούς µε αυτά τα τεχνητά, αφού έχω πάρει µεγάλα ψάρια ακόµα και σε ταχύτητες των 6,5 κόµβων. Με έκπληξη µάλιστα διαπίστωσα κάποιες φορές ότι το τεχνητό είχε εξαφανιστεί τελείως µέσα στο στόµα του ψαριού, µε ό,τι αυτό συνεπάγεται!
Χρωματισμοί τεχνητών
Όσον αφορά στους χρωµατισµούς, έχω πάρει ψάρια τόσο σε φυσικούς χρωµατισµούς (σαρδέλα, κολιός, σκουµπρί, κέφαλος κλπ.), όσο και σε πιο έντονους και φωτεινούς, όπως πορτοκαλί, µωβ, κόκκινο, λευκό µε πορτοκαλί ρίγες κλπ. Οι εναλλαγές στους χρωµατισµούς θα πρέπει να είναι συχνές, ενώ πάντα θα πρέπει να λαµβάνουµε υπόψη µας και τις εκάστοτε συνθήκες φυσικού φωτισµού.
Τους ανοιξιάτικους µήνες θα δώσουµε προτεραιότητα σε έντονους χρωµατισµούς, αφού όπως ανέφερα και παραπάνω, το φαινόµενο της χωροκράτειας κάνει τα ψάρια ιδιαίτερα επιθετικά προς τους «ξένους εισβολείς». Σε περίπτωση που κάνετε χρήση δύο καλαµιών, καλό θα είναι στο ένα να χρησιµοποιήσετε ένα τεχνητό σε φυσικές αποχρώσεις και στο άλλο σε έντονες, όπως πχ. πορτοκαλί ή λευκό µε ρίγες.
Απόσταση τεχνητών από το σκάφος
Κατόπιν πολλών δοκιµών και πειραµατισµών, διαπίστωσα ότι τα περισσότερα χτυπήµατα τα πήρα όταν το τεχνητό µου βρισκόταν σε µεγάλη απόσταση από το σκάφος, η οποία πολλές φορές έφτανε και τα 140 µέτρα! Προφανώς πρόκειται για ψάρια τα οποία δεν αρέσκονται να κυνηγούν µέσα στα απόνερα του σκάφους. Το µόνο που πρέπει να κάνουµε εµείς, είναι να µην εφησυχάζουµε ποτέ, αφού όπως λέω συνεχώς, «τίποτα δεν είναι δεδοµένο κι αυτονόητο». Ο πειραµατισµός πρέπει πάντα να έχει τον πρώτο λόγο.
Ωστόσο, θα πρέπει να θυµάστε ότι όσο περισσότερο αποµακρύνεται το τεχνητό από το σκάφος, µεταβάλλεται και το βάθος στο οποίο θα κινείται, ειδικά εάν κάνουµε χρήση τεχνητού µε µεγάλη γλώσσα, το οποίο, ως γνωστόν, έχει την ιδιότητα να πλέει αρκετά κάτω από την επιφάνεια.
Λοιπός εξοπλισμός
Σχετικά µε τον υπόλοιπο εξοπλισµό που θα χρησιµοποιήσουµε, δεν χρειαζόµαστε κάτι ιδιαίτερο ή κάτι διαφορετικό από αυτά που θα χρησιµοποιήσουµε για το ψάρεµα των πελαγίσιων, όπως τα τονοειδή, οι παλαµίδες, οι µεγάλοι κυνηγοί, τα µανάλια κλπ. Εξάλλου, το πιθανότερο σενάριο κατά τη διάρκεια της αναζήτησης της στήρας, είναι να δεχτείτε επιθέσεις κι από τα άλλα είδη ψαριών.
Ειδικά τα µαγιάτικα και οι µεγάλες παλαµίδες, γυροφέρνουν στις αποχές που συχνάζουν οι στήρες, καθώς ψάχνουν κι αυτά το µερτικό τους από τα µικρόψαρα που υπάρχουν εκεί.
Έτσι λοιπόν, θα χρειαστείτε ένα καλάµι της τάξεως των 12-20 λιµπρών, ένα 40άρη µηχανισµό οριζοντίου τυµπάνου φορτωµένο µε νήµα της τάξεως περίπου PE2.5-3.0, ενώ για παράµαλλο θα πρότεινα ένα ποιοτικό fluorocarbon διαµέτρου από 0,47 έως 0,57mm.
Επίσης, θα σας συµβούλευα να βάλετε solid ή split ring αντί για παραµάνα, για να είστε σίγουροι και να έχετε το κεφάλι σας ήσυχο. Σαφώς και υπάρχουν παραµάνες µεγάλων αντοχών, τις οποίες έχω δοκιµάσει χωρίς να αντιµετωπίσω κάποιο πρόβληµα. Η επιλογή είναι δική σας.
Τέλος, θα ήθελα να σας επιστήσω τη προσοχή σχετικά µε το µήκος του παράµαλλου. Να θυµάστε πως καλό είναι να χρησιµοποιείτε αρκετά µακρύ παράµαλλο, προκειµένου να µειώσετε κατά πολύ τις πιθανότητες επαφής του νήµατος µε κάποιο βράχο, τη στιγµή κατά την οποία βρίσκεται σε τάση.
Ο λόγος φυσικά είναι ότι θα κοπεί πολύ εύκολα, ιδιαίτερα εάν είναι 8κλωνο. Προσωπικά, χρησιµοποιώ παράµαλλο µήκους τουλάχιστον 15 µέτρων.
Καιρικές συνθήκες
Έχοντας ως δεδοµένο ότι µε τη συγκεκριµένη τεχνική δραστηριοποιούµαστε στα ανώτερα στρώµατα της υδάτινης στήλης, είναι φυσικό οι καιρικές συνθήκες να παίζουν το ρόλο τους στη συµπεριφορά των ψαριών, καθώς ο κυµατισµός ασκεί µεγαλύτερη επίδραση κοντά στην επιφάνεια της θάλασσας. Στη πράξη λοιπόν, έχω συµπεράνει ότι οι στήρες γίνονται πιο επιθετικές όταν επικρατεί αρκετός κυµατισµός και µάλιστα ακατάστατος (αντιµάµαλο).
Τέτοιες συνθήκες συναντούµε συνήθως κοντά σε κάβους και σε σηµεία που επικρατούν έντονα ρέµατα. Φυσικά, έχω πάρει ψάρια και µε ήπιες συνθήκες, αλλά «κάνοντας ταµείο», µπορώ να πω ότι στην τεχνική της συρτής αφρού, οι στήρες προτιµούν σχετικά ταραγµένη θάλασσα.
Τέλος, έχω παρατηρήσει πως τα αποτελέσµατα είναι καλύτερα όταν επικρατεί ηλιοφάνεια, σε σχέση µε τις µουντές ηµέρες, κι αυτό πιθανώς να οφείλεται στις εντονότερες αντανακλάσεις των τεχνητών µας.
Σημεία αναζήτησης
Όταν αναζητούµε το συγκεκριµένο ψάρι, είναι πολύ σηµαντικό να έχουµε όσο το δυνατόν καλύτερη γνώση της µορφολογίας του βυθού στην περιοχή που ψαρεύουµε. Εδώ, χωρίς αµφιβολία, θα µας φανεί πολύτιµη η βοήθεια του βυθοµέτρου µας, αφού έτσι θα µπορέσουµε να διακρίνουµε τόσο τις έντονες διακυµάνσεις του βάθους, όσο και τις εναλλαγές στη σύσταση του βυθού.
Αυτές είναι δύο πολύ βασικές παράµετροι και δεν θα πρέπει να τις αφήνουµε στην τύχη. Έχω πάρει µεγάλα ψάρια σε σηµεία που από τα 70 µέτρα βάθος ξεκινά απότοµα σήκωµα και φτάνει στα 15 µέτρα από την επιφάνεια. Τα ψάρια βρίσκονταν στην αποχή, στα 25 µέτρα περίπου και το τεχνητό πέρασε σε βάθος περίπου 5 µέτρων από την επιφάνεια.
Σας πληροφορώ ότι οι στήρες δεν είχαν κανένα πρόβληµα να ανέβουν και να το χτυπήσουν µε όση δύναµη είχαν! Φυσικά αυτό συµβαίνει και σε πιο ρηχά σηµεία, µε σηκώµατα που φτάνουν ακόµα και στα 4 µέτρα από την επιφάνεια.
Εδώ θα πρέπει να έχουµε πολύ καλή γνώση του τεχνητού µας και της «συµπεριφοράς» του, δηλαδή σε ποιο βάθος κινείται, ώστε να αποφεύγουµε τα σκαλώµατα και τις απώλειες.
Επίσης, θα πρέπει να γνωρίζετε ότι τα ψάρια αυτά συνήθως κινούνται στις αποχές και τις µεγάλες σχισµές τους, ενεδρεύοντας για τη λεία τους. Όσο περισσότερο εξοικειωµένοι είµαστε µε τα τεχνητά και τη διακυβέρνηση του σκάφους µας, τόσο το καλύτερο για εµάς, αφού έτσι θα µπορέσουµε να περάσουµε όσο πιο κοντά γίνεται από τα επίµαχα σηµεία που έχουµε εντοπίσει στο βυθόµετρό µας.