Το ψάρεµα µε καγιάκ, συγκεντρώνει ένα µεγάλο αριθµό πλεονεκτηµάτων, και αν ο ψαράς τα εκµεταλλευτεί σωστά, θα καταφέρνει να επιστρέφει στην ακτή µε έναν αξιόλογο «µεζέ» εξασφαλισµένο. Η αθόρυβη πλεύση του, το µεγάλο του ατού, φαίνεται ιδιαίτερα στα ρηχά νερά. ‘Οπου εκτός από µικρόψαρα, θα έλθουµε αντιµέτωποι και µε µεγαλύτερα θηράµατα, όπως οι στήρες, οι σφυρίδες και οι ροφοί.
Πολλοί φίλοι, έχουν κάνει αρκετές προσπάθειες να πιάσουν κάτι αξιόλογο µε το καγιάκ. Αλλά η ψαριά τους σταµατά σε ψάρια µικρότερα από µισό κιλό. Βέβαια, καλά είναι και αυτά, αλλά πάντα όλοι µας ζητάµε κάτι µεγαλύτερο. Σκοπός αυτού του άρθρου λοιπόν, είναι να δούµε πως θα προσελκύσουµε ένα αξιόλογο θήραµα, πως θα το αγκιστρώσουµε και πως θα το ανεβάσουµε µε ασφάλεια στο σκάφος µας. Το ψάρεµα µε καγιάκ, περιορίζεται συνήθως στη ρηχή παράκτια ζώνη. Κι εκεί πρέπει να στρέψουµε τις προσπάθειές µας.
Τα µόνιµα, µεγάλα θηράµατα αυτής της περιοχής, είναι οι κάτοικοι του βυθού, και συγκεκριµένα οι στήρες, οι ροφοί και οι σφυρίδες. Και τα τρία αυτά είδη ψαριών, προτιµούν τον άγριο και πετρώδη βυθό. Τον οποίο έχουν σα µόνιµο ορµητήριο (το γνωστό σε όλους «θαλάµι», από όπου εξορµούν για τη λεία τους, και στον οποίον επιστρέφουν στη συνέχεια). Αν εµείς θέλουµε να τα ψαρέψουµε, εκεί πρέπει να τα αναζητήσουµε.
Τότε διαθέτουµε ακόµα ένα «βέλος στη φαρέτρα µας»: την εύκολη αναγνώριση του βυθού. Αν όχι, τότε από την µορφολογία της ακτής και µε σύµµαχο την καθαρότητα των νερών. Μπορούµε να έχουµε µια εικόνα πολύ κοντινή στην πραγµατικότητα.
Ο εξοπλισµός µας, είναι:
• Ένα καλάµι σκάφους µήκους ως 2,10 µέτρα, κατηγορίας 10-20 λιµπρών,
• Μηχανισµό αρκετά δυνατό, -συνήθως- γεµισµένο
• Νήµα διαµέτρου 0,28 χιλιοστών για καλύτερη αίσθηση της τσιµπιάς, γρηγορότερο κάρφωµα και µικρότερη αντίσταση στο νερό.
• Στο τελείωµα του νήµατος, προσθέτουµε γύρω στα 3 µέτρα αόρατη πετονιά (fluorocarbon) διαµέτρου 0,60. Για να καταλαβαίνουµε πότε φθάνει το αγκίστρι µας στην επιφάνεια. Αλλά και για να είναι το τµήµα κοντά στο δόλωµα όσο γίνεται πιο διακριτικό στα ψάρια.
Στη συνέχεια, στην άκρη του παράµαλλου αυτού, θα συνδέσουµε το αλιευτικό µας εργαλείο, που µπορεί να είναι ένας πλάνος -αν σκεπτόµαστε να ασχοληθούµε µε jigging-, µια καµπούρα, µια ζόκα, ένα µονάγκιστρο ή µια µολυβοκεφαλή. Όλα αυτά, αν ξέρουµε να τα δουλέψουµε σωστά, θα καταφέρουν να µας δώσουν ψάρια. Εµείς, σαν πιο εύκολο, σας προτείνουµε για αρχή την µολυβοκεφαλή ή µια ζόκα, την οποία βλέπουµε πως µπορούµε να αρµατώσουµε, στις συνοδευτικές φωτογραφίες, στο άρθρο που ακολουθεί.
Το µεγάλο πλεονέκτηµα της µολυβοκεφαλής, είναι ότι την ψαρεύουµε ακριβώς στο επιθυµητό σηµείο. Πάµε ήσυχα µε το σκάφος µας, και σταµατάµε πάνω από συγκεκριµένα κοµµάτια, που πιστεύουµε ότι κρατούν στήρες, αφού είναι και το ευκολότερο από τα µαυρόψαρα της ρηχής, παράκτιας ζώνης. ∆ολώνουµε νωπό καλαµάρι ή σουπιά (αν έχουµε ζωντανό, τότε οι πιθανότητες επιτυχίας µας είναι αυξηµένες), και την κατεβάζουµε στο βυθό. Όταν διαπιστώσουµε ότι πάτωσε, την ανασηκώνουµε γύρω στο µέτρο, και την κουνάµε µε αργές κινήσεις, προσπαθώντας να κεντρίσουµε την προσοχή και την περιέργεια των ψαριών της ευρύτερης περιοχής.
Η στήρα, είναι ένα ψάρι αρκετά περίεργο, και αν δει κάτι, µπορεί να διανύσει µεγάλη απόσταση από το θαλάµι της. Προκειµένου να εξερευνήσει οτιδήποτε περίεργο αποτελέσει πρόκληση για τα κυνηγετικά της ένστικτα. Γι’ αυτό, πολλοί φίλοι ψαράδες, χρησιµοποιούν µολυβοκεφαλές ή ζόκες µε έντονα χρώµατα (όπως πχ. ροζ). Μάλιστα προσπαθούν να διαθέτουν και κάποιο είδος µατιού, µιας και από την πράξη έχει αποδειχτεί ότι προσελκύει ακόµη περισσότερο τις στήρες. Οι πρώτες πρωινές και οι απογευµατινές ώρες, είναι οι καλύτερες και αποτελεσµατικότερες για αυτό το ψάρεµα. Αυτό που πρέπει να προσέξετε, είναι να καρφώσετε δυνατά στο τσίµπηµα του ψαριού. Και για να αγκιστρώσετε το ψάρι, αλλά και για να το σηκώσετε κάποια µέτρα από τον άγριο βυθό. Καθώς υπάρχει ο κίνδυνος βραχώµατος.
Μιλάµε, λοιπόν, για ένα σχετικά εύκολο ψάρεµα, το οποίο µπορεί να µας δώσει εύκολα το µεγάλο µαυρόψαρο. Όµως, επειδή είµαστε ψαράδες και αγαπάµε τη θάλασσα, δεν κάνουµε ποτέ καταχρήσεις. Δείχνοντας τον πρέποντα και απαραίτητο σεβασµό. Τα µικρότερα µαύρα του είδους, όσα δηλαδή δεν ξεπερνούν τα 45 εκατοστά, τα επιστρέφουµε στο νερό, ενώ από τα µεγαλύτερα, κρατάµε µόνο ένα (όπως λέει και ο νόµος).Άλλωστε, νοµίζουµε ότι είναι υπεραρκετό για να προσφέρει απόλαυση στον ουρανίσκο των φίλων και της οικογένειάς µας. Καλή προσπάθεια.