1 Απριλίου, 11:30 πµ., παίρνω τηλέφωνο το ψαρευτικό µου ζευγάρι:
«Έλα Λέων, είσαι έτοιµος;». Προσποιείται τον ανήξερο ή µάλλον τον αδιάφορο και απαντά µε ερώτηση: «Γιατί, τι έχουµε;», οπότε του δίνω κοφτά και αποφασιστικά το τελεσίγραφο «Στις πεντέµισι να είσαι στα βράχια, στη γνωστή µατωµένη πέτρα!».
Τα ψεύτικα τείχη πέφτουν… «τι να φέρω µαζί µου;». «Αρκεί η καλή διάθεση», απαντώ και τον ξεσηκώνω, αφού ο ενθουσιασµός του στην άλλη άκρη της γραµµής είναι έκδηλος: «Φορτώνω και έρχοµαιαιαιαι! Ο καιρός είναι καλός;». Στο άκουσµα του 4άρη γαρµπή ξεσηκώνεται εντελώς: «Βάζω τη ζωνούλα µου, παίρνω τα παυσίπονα και τα αντιφλεγµονώδη µου και υπολογίζω πως θα σε προλάβω πριν φτάσεις εκεί!».
Το τέλος της συνδιάλεξης, σηµατοδοτούσε ουσιαστικά και την έναρξη µίας ακόµα εξόρµησης στον αγαπηµένο µας ψαρότοπο. Πιστός στις υποσχέσεις του, ο αγαπηµένος µου φίλος ήταν εκεί όταν έφτασα και µε περίµενε «µε ανοιχτές αγκάλες», αδηµονώντας για µία νέα απολαυστική ψαρευτική συνεδρία, µε πολύ καλαµπούρι και γέλιο, αλλά φυσικά και µε πολύ σοβαρά αποτελέσµατα! Ο Λέων είχε ήδη στήσει τα σύνεργα και έπινε το καφεδάκι του αγναντεύοντας µαγεµένος τη θάλασσα, που οι έντονοι πόνοι στη µέση του είχαν στερήσει για δύο µήνες. Κάπου-κάπου όµως, δεν παρέλειπε να ανακατέψει τις πλούσιες σε οξυγόνο, ιώδιο και υγρασία ανάσες της όστριας, µε ξελιγωτικές τζούρες από το τσιγαράκι του! Άρχισα να πλάθω τη µαγική µου µαλάγρα, για να φωνάξω τα µελανούρια της περιοχής κοντά στην ψαρεύτρα µας.
Η βάση της γνωστή, «φρυγανίτσα και νεροσκούληκα» που λέει και ο Λέων. Το µυστικό όµως κρύβεται στο µυρωδάτο άρωµα που µου πρότεινε ο µπάρµπα-Γιάννης ο απικατζής, πριν από περίπου 25 χρόνια, σε ένα βράχο στη νότια Κάρυστο. Μου το εµπιστεύτηκε σα να ήταν το µυστικό της ζωής του και γι’ αυτό δεν τον πρόδωσα ποτέ. Πολλοί µου ζητούν να τους φανερώσω τη συνταγή µου όταν βλέπουν τις πλούσιες ψαριές, αλλά η ευγνωµοσύνη µου στο µπάρµπα-Γιάννη δε µε αφήνει να αθετήσω την υπόσχεση που του έδωσα.
Η ώρα είχε περάσει και σιγά-σιγά σουρούπωσε για τα καλά. Τα µικρότερα ψάρια έκαναν πρώτα την εµφάνισή τους. Γνωρίζαµε ότι τα µεγαλύτερα κοµµάτια έτρωγαν µακριά, άλλοτε µεσόνερα και άλλες φορές πιο ψηλά. Το βάθος που ψαρεύαµε ήταν γύρω στα 10 µέτρα. Οι φελλοί µας ήταν 8+2, 10+2 και 14άρηδες, ειδικά «ψάξιµο» στις ζητούµενες αποστάσεις, εκεί δηλαδή όπου έτρωγαν τα νόστιµα πιράνχας. Τα κοφτερά σαν ξυράφια δοντάκια τους, µας αναγκάζουν πάντα να διπλαρώνουµε το παράµαλλό µας κοντά στο αγκιστράκι, για να µην κλαίµε µε τα κοψίµατα.
Βλέπετε, ψαρεύοντας τα µελανούρια, η απώλεια κάποιου ψαριού πιθανόν να σηµαίνει και τη λήξη του ψαρέµατος, µιας και τις περισσότερες φορές οι «δραπέτες» κάνουν πολύ ντόρο και σκορπίζουν το τροµαγµένο κοπάδι στα τέσσερα σηµεία του ορίζοντα. Ο «κοντός» άρχισε να πετάει τα µελανούρια έξω, το ένα µετά το άλλο και µόνο ένα τηλέφωνο της γυναίκας του µπορούσε να αναχαιτίσει τα «δολοφονικά» του ένστικτα για ολοκληρωτική εξόντωση της µελανουροαγέλης! Λες όµως και η Ρουλίτσα να του έκανε µάγια, γιατί η κατάσταση γύρισε υπέρ µου και όλα τα ψάρια ήρθαν προς το µέρος µου.
Φυσικά και δεν υπάρχει ανταγωνισµός µεταξύ µας, µεγάλα παιδιά είµαστε άλλωστε και έχουµε συνειδητοποιήσει τι ζητάµε από το ψάρεµα και πόσο µεγάλη είναι η αξία της συντροφικότητας. Πάντως, όπως λέει και ο θυµόσοφος λαός σε ανάλογες περιπτώσεις, «της κακιάς … τσατσάρας, οι τρίχες της φταίνε» και έτσι ο Λέων ακόµα «κράζει» τη γυναίκα του και της χρεώνει τη µείωση των τσιµπιών.
Η πιο πιθανή και λογική εξήγηση όµως, είναι να έφταιγε η αλλαγή των ρευµάτων, η οποία αποτελεί το βασικότερο στοιχείο επιτυχίας (ή ανάλογα αποτυχίας) σε ένα τέτοιο ψάρεµα. Αν δε µπορέσεις να «διαβάσεις» σωστά τα ρεύµατα, τότε ίσως και να έχεις καταδικαστεί σε αποτυχία. Τα ψάρια άρχισαν να γίνονται πολλά. Η τακτική χρήση της µαλάγρας στα σωστά σηµεία, τα κράτησε εκεί για ώρα. Τα µικρά, όσα δεν τραυµατίστηκαν από τη χρήση του απαγκιστρωτή, επέστρεψαν στις µανούλες τους!
Προφανώς κρατήσαµε και µερικά πιο µικρά ψάρια, αλλά αυτά λόγω τιµής δε σώζονταν, ακόµα και µε τη χρήση ροµποτικής ιατρικής. Είναι πραγµατικά πολύ σπουδαίο συναίσθηµα να απελευθερώνεις ψάρια! Η ικανοποίηση και η επιβεβαίωση της ψαρευτικής δεινότητας που νιώθει ο καθένας µας µε το ξεγέλασµα ενός ψαριού, δεν είναι τίποτα µπροστά στα συναισθήµατα που µας πληµµυρίζουν όταν φτάσει η στιγµή της απελευθέρωσής του. Γιατί τότε του δίνουµε τη δυνατότητα να ολοκληρώσει το σκοπό της ζωής του, να ενηλικιωθεί και να αναπαραχθεί, διασφαλίζοντας έτσι τη διαιώνιση του είδους του.
Είναι πραγµατικά πολύ σπουδαίο συναίσθηµα να απελευθερώνεις ψάρια…! Ειδικά µάλιστα όταν το µέγεθός τους είναι αρκετά σεβαστό. Έχει τύχει ποτέ να δείτε να απελευθερώνονται κιλίσιες συναγρίδες και δίκιλα µανάλια; Αν όχι, τότε να σας στείλω µία µέρα τον κοντό να ψαρέψετε µαζί, να το ζήσετε και αυτό. Γιατί αν δεν το δείτε µε τα µάτια σας, δε µπορείτε να το πιστέψετε! Για να είµαι όµως ειλικρινής µαζί σας, θα σας εκµυστηρευτώ ότι κάποιες φορές παρασύρθηκα και έκανα µικρές γενοκτονίες, όπως άλλωστε νοµίζω πως όλοι µας έχουµε κάνει κάποτε. Φάνηκα όµως πολύ τυχερός, γιατί στη ζωή µου βρέθηκαν πολύ νωρίς δύο άνθρωποι οι οποίοι µου έµαθαν να ψαρεύω σωστά και να έχω µέτρο.
Ο µπάρµπα-Γιάννης που µε έµαθε να φωνάζω τα ψάρια κοντά µου και ο Λέων που µου δίδαξε να κρατάω µόνο όσα χρειάζοµαι! Να ‘στε όλοι σας καλά και να χαίρεστε το ψάρεµα. Και για να συνεχίσουν να το χαίρονται και τα παιδιά µας, ας µην ξεχνάµε: όσα ψάρια δε χωρούν στο πιάτο µας, καλό είναι να επιστρέφουν στο φυσικό τους περιβάλλον!
∆ιπλάρωµα παράµαλλου
Πολλές φορές, όταν ψαρεύουµε σε βραχώδεις βυθούς, αλλά και όταν απευθυνόµαστε σε ψάρια µε δόντια όπως τα µελανούρια, οι σαργοί, οι γόπες και οι σάλπες, φροντίζουµε να διπλαρώνουµε το παράµαλλό µας. Συνήθως το διπλάρωµα αυτό γίνεται στα πρώτα 2-5 εκατοστά από την παλέτα του αγκιστριού, µιας και αυτό είναι το επικίνδυνο σηµείο, όπου µπορεί να τραυµατιστεί και να κοπεί η πετονιά. Οι τρόποι διπλαρώµατος του παράµαλλου, είναι αρκετοί. Ένας από τους πιο εύκολους και συνηθισµένους, είναι αυτός που βλέπετε στις φωτογραφίες που ακολουθούν:
Βήµα 1: Κάνουµε µια θηλιά στην άκρη του παράµαλλού µας, εκεί όπου θέλουµε να δέσουµε το αγκίστρι.
Βήµα 2: Αν θέλουµε µπορούµε να στρίψουµε λίγο το διπλαρωµένο αυτό τµήµα, ώστε να σχηµατιστεί µια κοτσίδα. Αν όχι, προχωράµε στο επόµενο βήµα.
Βήµα 3: ∆ένουµε το αγκίστρι µας στο άκρο του διπλαρωµένου παράµαλλου κανονικά, όπως δηλαδή θα το δέναµε αν είχαµε µονή πετονιά.
Βήµα 4: Το αγκίστρι είναι δεµένο στην άκρη του παράµαλλου, του οποίου ένα µικρό τµήµα είναι διπλαρωµένο.
Το µικρό τµήµα του παράµαλλου που διπλαρώνουµε, δεν εµποδίζει την ελεύθερη, αυτόνοµη κίνηση του δολώµατός µας, αφού οι πετονιές που χρησιµοποιούµε στα ψαρέµατά µας είναι αρκετά λεπτές και το διπλαρωµένο τµήµα έχει ελάχιστο µήκος. Έτσι δεν υπάρχει πρόβληµα απώθησης των ψαριών στη θέα του παράµαλλου, και καλό είναι όλοι όσοι δε χρησιµοποιούν διπλάρωµα και έχουν χάσει αξιόλογα ψάρια, να το επιχειρήσουν.