Καθώς µπαίνουµε στη διαδικασία αναζήτησης κάποιου καινούριου τόπου για ψάρεμα Bolognese και λαµβάνοντας υπόψη τα θετικά στοιχεία τα οποία θα καθορίσουν το ακριβές σηµείο της ψαρεύτρας µας, πολλές φορές θα δούµε ότι οι εκτιµήσεις και οι επιλογές µας οδηγούν σε ένα σηµείο µε απότοµο βυθό, σχετικά βαθιά νερά και µε µια ονειρεµένη αποχή να σχηµατίζεται σχεδόν κάτω από τα πόδια µας.
Τα χαρακτηριστικά ενός τέτοιου βυθού, µαρτυρούν σίγουρα πολυπόθητους σαργούς και οπωσδήποτε κάποιο κοπάδι από µελανούρια. Όµως δε µένουµε µόνο σε αυτά, γιατί στις αποχές συγκεντρώνονται πολλά είδη ψαριών. Για να βρούµε έναν τέτοιο τόπο, ίσως πολλές φορές χρειαστεί να διανύσουµε µία αρκετά µεγάλη απόσταση µε πεζοπορία, ενώ χαρακτηριστικά σαν αυτά που περιγράψαµε, παρουσιάζουν και οι ακτογραµµές οι οποίες αποτελούν συνέχεια κάποιου λιµανιού.
Σε ένα βυθό όπου τα ψάρια είναι σχεδόν κάτω από τα πόδια µας, σίγουρα το απίκο θα βοηθούσε πολύ, ειδικά όσον αφορά στη γρήγορη ανάκτηση του ψαριού, χωρίς τη δηµιουργία µεγάλης αναστάτωσης. Βλέπετε δεν είµαστε µέσα σε κάποιο λιµάνι, όπου τα ψάρια είναι πιο συγκεντρωµένα. Όµως, σε αυτούς τους τόπους που τα νερά βαθαίνουν απότοµα, το δόλωµά µας είναι δύσκολο να πατώσει χρησιµοποιώντας ένα καλάµι απίκο. Σε µια τέτοια περίπτωση, τη λύση έρχεται να δώσει το bolognese.Αναφορικά, θα λέγαµε ότι η τεχνική του bolognese είναι η εξέλιξη της τεχνικής του απίκο, και ανάλογα, το καλάµι bolognese η εξέλιξη ενός καλαµιού απίκο.
Εξέλιξη η οποία έχει γίνει από τους Ιταλούς γείτονές µας, µε σκοπό πάντα να αυξήσει την αποδοτικότητα από πλευράς συλλήψεων ψαριών και να δώσει στην τεχνική έναν πιο αθλητικό χαρακτήρα.
Η εξέλιξη που έχουν υποστεί τα καλάµια, έχει να κάνει µε την προσθήκη οδηγών στα στελέχη και µιας βάσης για την προσαρµογή ενός µικρού µηχανισµού, ενώ σκοπός της είναι: 1. Να µπορούµε να δουλέψουµε µε πολύ µικρά νούµερα πετονιών, χάρη στην προσθήκη του µηχανισµού, ο οποίος συµπληρωµατικά µε την παραβολικότητα του καλαµιού, θα φροντίσει να προστατεύει το όλο σύνολο καλάµι-αρµατωσιά µε τα φρένα του, 2. Να µπορούµε να ψαρεύουµε πάντα στο επιθυµητό βάθος. Για παράδειγµα αν το καλάµι µας είναι 5 µέτρα και ο βυθός 7 ή περισσότερα, φτάνουµε πάντα στο σηµείο που θέλουµε, απλά ξετυλίγοντας πετονιά από το µηχανισµό. Με λίγα λόγια, το bolognese θα ‘λεγε κανείς πως είναι ένα πάντρεµα των τεχνικών του απίκο και του εγγλέζικου, µε το δικό του όµως ξεχωριστό χαρακτήρα.
Eξοπλισµός για Ψάρεμα Bolognese σε βαθιά νερά
Με βάση το action, το casting weight, το µήκος και τα υλικά κατασκευής τους, υπάρχει µια αρκετά µεγάλη ποικιλία καλαµιών bolognese. Αν για παράδειγµα επιλέγουµε να ψαρεύουµε σε σηµεία µε ήπιο βυθό, όπως πχ. ο ντόκος ενός λιµανιού, τότε θα προτιµήσουµε λεπτά εργαλεία, ενώ τα καλάµια µας θα είναι λεπτά και παραβολικά, ώστε να δεχθούν λεπτές και διακριτικές αρµατωσιές. Αν όµως επιλέξουµε σηµεία όπως τα βραχώδη µε βαθιά νερά που προαναφέραµε, τότε θα πάµε σε ένα πιο «σκληροπυρηνικό» σύνολο εξοπλισµού.
Τα καλάµια µε µεγάλο c.w. και δράση κορυφής, θα µας βοηθήσουν µεν να φέρουµε το ψάρι γρήγορα έξω, όµως τέτοιου είδους καλάµια (ντούρα), είναι συνήθως κάπως βαριά και κουραστικά για το χέρι µας. Αν διευρύνουµε λίγο την αναζήτησή µας, θα ανακαλύψουµε πως υπάρχουν καλάµια λεπτά και ελαφριά, µε τις ίδιες προδιαγραφές (µεγάλο c.w.-δράση κορυφής). Ένα καλό µυστικό για να ξεχωρίζουµε το ποσό γερό είναι ένα καλάµι, είναι να αφαιρέσουµε την τάπα του και να διακρίνουµε το πάχος των στελεχών του (η πρόταση βέβαια αυτή καλύπτει µόνο τα τηλεσκοπικά µόντέλα, αφού τα καλάµια match τριών τεµαχίων δεν έχουν τάπα, αλλά το πίσω κοµµάτι του blank είναι ενιαίο, καταλήγοντας σε φελλό ή eva).
Όσον αφορά στους οδηγούς τους οποίους φέρει το κάθε καλάµι, µπορεί να δούµε διαφορές ως προς την ποσότητα, κάτι το όποιο καθορίζει το πόσο παραβολικό είναι. ∆ηλαδή, όσο πιο παραβολικό, τόσο αυξάνονται και οι οδηγοί, για να υπάρχει και µια οµαλή ροή της πετονιάς. Οι µηχανισµοί που θα πλαισιώσουν τα καλάµια µας, καλό θα ήταν να έχουν ελάχιστο βάρος και να είναι αρκετά µικροί. Εδώ δε ζητάµε ιδιαίτερες δυνατότητες, µε µόνη εξαίρεση τα φρένα, µιας και είναι αυτά που θα αναλάβουν να κουράσουν το ψάρι, αλλά και να προστατεύσουν τα εργαλεία µας. Όπως είπαµε και νωρίτερα, το ψάρεµά µας θα γίνεται κυρίως σε βραχώδη βυθό και τα εργαλεία µας θα είναι σχετικά χοντρά.
Έτσι λοιπόν, οι πετονιές µας θα ανέβουν κάπως σε νούµερα, και δε θα ήταν άσχηµα να χρησιµοποιήσουµε µάνα διαµέτρου 0,25 -0,28 και παράµαλλο 0,23 -0,26 χιλ. Όσον αφορά στην ανίχνευση των τσιµπιών, θα την αναλάβει κάποιος φελλός, είτε συρόµενος, είτε σταθερός, ο οποίος θα προσδεθεί επάνω στη µάνα και στη συνέχεια θα ερµατιστεί µε δαγκωτά µολυβάκια ή µε κάποιο µολύβι τορπίλη, ανάλογα πάντα µε τα γραµµάρια του εκάστοτε φελλού και το πόσο γρήγορα θέλουµε να βουλιάζει η αρµατωσιά µας (για αποφυγή του λιανώµατος).
Η µαλάγρα και ο τρόπος µαλαγρώµατος
Η µαλάγρα είναι σύµµαχός µας σε πολλές τεχνικές ψαρέµατος και κυρίως στις match, µε σηµαντική συνεισφορά στις πλούσιες ψαριές. Πριν αναφέρω τον τρόπο και το είδος µαλάγρας που αρµόζει σε αυτόν τον τρόπο ψαρέµατος, θα ήθελα να εξηγήσω (αναλύσω) τι είναι η µαλάγρα. Η µαλάγρα λοιπόν είναι ένα οµοιογενές, ισορροπηµένο µείγµα πρώτων υλών.
Οµοιογενές: Όταν λέµε οµοιογενές, εννοούµε ότι τα διάφορα υλικά-άλευρα που περιέχει η µαλάγρα πρέπει να κολλάνε µεταξύ τους, να έχουν συνοχή και οµοιόµορφη υφή-κατανοµή των υλικών (να µην σκορπούν ή έχουν σβόλους).
Ισορροπηµένο: Στην περίπτωση αυτή εννοούµε ότι τα χρώµατα, οι γεύσεις και τα αρώµατα της κάθε µαλάγρας, πρέπει να έχουν πάντα τη σωστή ποσότητα, έτσι ώστε να έλκουν τα ψάρια.
Πρώτες ύλες: Εδώ µιλάµε για τα υλικά-«συνιστώσες» του τελικού µίγµατος, που µε βάση το ειδικό βάρος τους, καθορίζουν αν η µαλάγρα θα δουλεύει στον πάτο ή στα µεσόνερα. Για παράδειγµα, αν η µαλάγρα έχει βάση το ψωµί, το οποίο έχει την τάση να ανυψώνεται µέσα στο νερό, τότε σίγουρα θα δουλεύει στα µεσόνερα. Για να επιτύχουµε ένα σωστό µαλάγρωµα σε απότοµο βυθό που κάνει κατρακύλα, θα χρειαστούµε µαλάγρες ηµίυγρες, τοποθετηµένες µέσα σε κάποιο διχτάκι, και δεµένο µε σχοινί θα το ρίξουµε σε ένα σηµείο κοντά στο αγκίστρι µας. Η διαδικασία αυτή είναι απαραίτητη, γιατί ο βυθός βαθαίνει πολύ απότοµα και αν ρίξουµε τη µαλάγρα σκέτη, σε µορφή µπάλας ή οποιαδήποτε άλλη, µε την ύπαρξη των ρευµάτων, η µαλάγρα θα φεύγει συνεχώς προς τα κάτω και θα αποµακρύνεται από τα δολώµατά µας.
Η επιλογή της ηµίυγρης µαλάγρας, γίνεται µε την προϋπόθεση ότι µπορεί να σταθεί εύκολα µέσα στο διχτάκι, ενώ παράλληλα θα διαχέεται στο νερό σιγά-σιγά. Κάποιες εταιρείες βέβαια, έχουν προνοήσει και κυκλοφορήσει στην αγορά µαλάγρες έτοιµες µέσα σε διχτάκι. Φυσικά, το άρωµα και η γεύση της µαλάγρας αποτελούν πάντα πολύ υποκειµενικό παράγοντα, και έτσι εξαρτώνται άµεσα από τις προτιµήσεις του κάθε ψαρά. Τέλος, µία ακόµη επιλογή είναι και η χρήση πολτού (π.χ. από σάρκα σαρδέλας), πάντα όµως σε ηµίυγρη µορφή.
Επιλογή δολώµατος
Στην τεχνική του bolognese, υπάρχει η πολυτέλεια επιλογής µέσα από µία ευρεία γκάµα δολωµάτων. Μπορούµε λοιπόν να δολώσουµε µπικατίνι, ακροβάτη, αµερικάνικο σκουλήκι, µέχρι και φαραώ, ενώ στην περίπτωση σαλαγκιάς στην άκρη του παράµαλλου, να δολώσουµε κάποιο ζυµάρι ή ακόµα και να δουλέψουµε µε φιλέτο από κάποιο ψαροδόλι. Η επιλογή, όπως έχουµε πει στο παρελθόν και λέµε πάντα, γίνεται µε τις προτιµήσεις του κάθε ψαρά και τις διατροφικές συνήθειες των ψαριών της κάθε περιοχής. Όµως, αν βρεθούµε να ψαρεύουµε σε έναν άγριο βυθό, µε βαθιά νερά, η χρήση φιλέτου σαρδέλας, φαραώ ή φιλέτου από καλαµάρι, θα έχει σίγουρα ευχάριστα αποτελέσµατα.