Μέτζο παραγάδι σε καλό τόπο
Σε αυτό το άρθρο θα δούμε μαζί πως μπορούμε να ψαρέψουμε σε έναν καλό τόπο με μέτζο παραγάδι, τις πιθανές δυσκολίες αλλά και τη συνταγή για την απόλυτη επιτυχία.
Η επιλογή του τόπου
Προσωπικά, δεν αισθάνομαι ποτέ σίγουρος για κάποιον τόπο που άκουσα τυχαία, μου περιέγραψαν ή μου έδειξαν. Πάντα η επιλογή του τόπου γίνεται έπειτα από δικές μου εμπειρίες. Αυτό λοιπόν σας προτείνω να κάνετε και εσείς. Υπάρχουν αρκετοί διαφορετικοί τρόποι για να ανακαλύψει κάποιος έναν καλό τόπο και πρώτος και καλύτερος οι ενδείξεις του βυθομέτρου. Αυτές όμως σταματάνε συνήθως στον εντοπισμό κάποιων καλών σημείων του βυθού, χωρίς να γνωρίζουμε αν κρατάνε ψάρια. Απλά το αναφέρω, γιατί πολλές φορές έχει τύχει να περάσουμε από κάποια κομμάτια και στις ενδείξεις του οργάνου να μην φαίνονται ψάρια, όμως σε άλλες ώρες και ημέρες τα πράγματα να φαίνονται τελείως διαφορετικά. Μας αρκεί λοιπόν να εντοπίσουμε ένα καλό κομμάτι και να το οριοθετήσουμε, για να ξέρουμε πως εκτείνεται στο βυθό. Μία δεύτερη επιλογή είναι να αναγνωρίσουμε τόπους χρησιμοποιώντας παραγάδια μεγάλου μήκους, όπου τα παράμαλλα έχουν δεθεί με μεγάλες μεταξύ τους αποστάσεις. Σε αυτήν την περίπτωση καταγράφουμε κομμάτια του βυθού, βλέπουμε που παίρνουμε ψάρια και τι ψάρια είναι αυτά. Γιατί πχ άλλο πράγμα είναι να βρούμε ένα μονόπετρο που θα μας δώσει ένα καλό μαύρο και άλλο ένα γκρέμι που θα μας χαρίσει μια όμορφη συναγρίδα.
Με αυτά τα παραγάδια μπορούμε να ψάχνουμε το υποθαλάσσιο τοπίο σε μεγάλο μήκος και στο τέλος να εξάγουμε χρήσιμα συμπεράσματα για τα καλύτερα σημεία. Μία ακόμα επιλογή, είναι το καλάρισμα ψιλών παραγαδιών, γιατί στο λεβάρισμά τους θα συλλέξουμε πολύτιμες πληροφορίες για τα επόμενα ψαρέματα. Οι πληροφορίες αυτές έχουν να κάνουν με τα ντέματα που θα συναντήσουμε (κομμένα παράμαλλα), κάποια καλά ψάρια που το ψιλό παραγάδι άντεξε και μας έφερε στο σκάφος, ακόμα και το είδος του βυθού κάτω από το σκάφος μας (πχ σηκώνουμε κομμάτια τραγάνας στα αγκίστρια). Όταν λοιπόν βρούμε ένα καλό τόπο και βλέπουμε πως κρατάει καλά ψάρια, τον σημαδεύουμε στο GPS και την επόμενη φορά τον ψαρεύουμε με το ανάλογο παραγάδι, προσαρμοσμένο στη μορφολογία και τις ιδιαιτερότητες του βυθού.
Η επιλογή του παραγαδιού
Η επιλογή του εργαλείου που θα χρησιμοποιήσουμε δεν είναι εύκολη υπόθεση και ιδιαίτερα για όσους έχουν μικρή εμπειρία. Για να βοηθήσω κάπως όσους στερούνται αρκετών εμπειριών, θα παραθέσω ορισμένα δεδομένα, ώστε να βοηθηθείτε και να κατανοήσετε ότι ποτέ κάθε τόπος δεν είναι ίδιος με κάποιον άλλον. Το πρώτο μας μέλημα σε κάθε κομμάτι του βυθού που επιλέγουμε να ρίξουμε τα παραγάδια μας, -είτε τελικά αποδειχθεί καλό είτε ακόμα και κακό-, είναι να μην αφήσουμε στο βυθό τίποτα παραπάνω από το δόλωμα. Ούτε πετονιές, ούτε αγκίστρια. Άρα ο τρόπος που θα χειριστούμε στο καλάρισμα και το λεβάρισμα αλλά και τα υλικά για την κατασκευή του παραγαδιού μας, πρέπει να σχετίζονται με τη μορφολογία του βυθού και να ταιριάζουν μεταξύ τους. Από την προηγούμενη πρόταση μερικοί θα καταλάβουν πως αν για παράδειγμα έχουμε έναν πολύ σκληρό τόπο, οι πολύ δυνατές πετονιές και ιδιαίτερα η μάνα, αποτελούν μονόδρομο. Αυτό όμως δεν είναι απόλυτο, αφού κάποιοι άλλοι προτιμούν τη λύση της μαλακής μάνας, ώστε να έχουν εύκολα κοψίματα και με τη χρήση αρκετών καλαδουριών να σηκώνουν το παραγάδι από άλλο σημείο του. Η χρήση κουλούρας σε αυτά τα παραγάδια είναι θα έλεγα επιβεβλημένη για το ξεσκάλωμα, όμως υπάρχει και η πιθανότητα να έχεις κάποιο ψάρι επάνω την ώρα που σηκώνεις και το παραγάδι να είναι μπλεγμένο λίγα αγκίστρια μετά. Τότε, το ρίξιμο της κουλούρας μπορεί να βγάλει το ψάρι από το αγκίστρι. Σε μία τέτοια περίπτωση, που θα την καταλάβετε σίγουρα, καλό είναι να ρίχνετε ματιές γύρω όσο συνεχίζετε το λεβάρισμα, γιατί υπάρχει περίπτωση το ψάρι να βγει στον αφρό μετά από λίγο. Όπως και να ‘χει όμως, δεν πρέπει να αφήσουμε πετονιές κάτω.
Η επιλογή των υλικών ξεκινά από τα αγκίστρια και σχετίζεται άμεσα με το τι προσδοκούμε από τον τόπο, όπως επίσης και από τα ψάρια που έχουμε δει πως κρατάει. Ένα 11άρι για παράδειγμα, είναι σίγουρο πως θα κρατήσει αρκετά μεγάλα ψάρια, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το 12 ή το 10 δεν θα ψαρέψουν το ίδιο σωστά. Όμως για αρχή, η μέση λύση, δηλαδή το Νο 11, πιστεύω ότι είναι η πιο ιδανική και αναλόγως με τα αποτελέσματα αλλάζουμε και νούμερα στα επόμενα παραγάδια που θα κατασκευάσουμε. Οι πετονιές που θα χρησιμοποιήσουμε στην κατασκευή του παραγαδιού, πρέπει να προσεχθούν ιδιαίτερα. Μία 90άρα μάνα και ένα καλής ποιότητας 60άρι παράμαλλο αποτελούν ένα καλό και ασφαλή συνδυασμό. Τώρα, αν θα διαλέξετε μαλακές, σκληρές ή μέτριες, καλό είναι να το αποφασίσετε λαμβάνοντας υπόψη τα χαρακτηριστικά του τόπου. Σε κάποιο μελλοντικό άρθρο υπόσχομαι να κάνω ιδιαίτερη αναφορά στο τι τελικά μπορούμε να συνδυάσουμε και τι όχι.
Τι τόπος είναι
Ο τόπος που ανακαλύψαμε έχει άμεση σχέση με το παραγάδι που θα φτιάξουμε, γιατί το συγκεκριμένο κομμάτι θα υπαγορεύσει και το είδος του εργαλείου. Άλλη προσέγγιση θέλει πχ. ένα μεγάλο κατρακύλισμα του βυθού, άλλη ένα κομμάτι με διάσπαρτα μονόπετρα, άλλη μία τραγάνα με ζωή και τέλος άλλη μία σκληρή τροκάδα. Ο κάθε τόπος θέλει και το δικό του εργαλείο, όχι τόσο στη φιλοσοφία του, όσο στην κατασκευή του. Μια άλλη σημαντική παράμετρος που καθορίζει το είδος του παραγαδιού, είναι και τα ψάρια στα οποία στοχεύουμε. Αν για παράδειγμα βρούμε κομμάτια με συναγρίδες, μπορούμε να τις ψαρέψουμε ακόμα και με παραγάδι δολωμένο με ζωντανό (γύλους, καλόγριες κτλ.), όμως αυτό απαιτεί τελείως διαφορετική κατασκευή. Διαφορετική αντιμετώπιση θέλει επίσης το παραγάδι που προορίζεται για μία βαθιά ξέρα με μεγάλα σκαθάρια και άλλη αυτό που σα στόχο έχει μικρά τσαούσια σε τροκάδα ή τραγάνα. Αν πάλι εντοπίσουμε ένα κομμάτι με μεγάλες τσιπούρες (ότι καλύτερο…), τότε η κατασκευή μας θα πρέπει να είναι αρκετά πονηρή και είναι επιβεβλημένο να πέσουμε αρκετά σε διαμέτρους, ώστε να ξεγελάσουμε αρκετά και μεγάλα ψάρια. Όπως καταλαβαίνετε οι περισσότερες κατασκευαστικές λεπτομέρειες υποδεικνύονται κατά κύριο λόγο από τη μορφολογία και το είδος του τόπου και έπειτα από την εμπειρία μας πάνω στο ψάρεμα με παραγάδι.
Τρόποι που θα καλάρουμε το παραγάδι μας
Και φτάσαμε στα δύσκολα… Στο πως δηλαδή θα πέσεις ακριβώς πάνω στον τόπο και θα ψαρέψεις σωστά. Στους τόπους με ήπιες εναλλαγές καλάρουμε πιο εύκολα, αφού αν ξέρουμε το πόσο εκτείνονται και πως περίπου διαφοροποιούνται, εύκολα θα καλάρουμε από τη μία ως την άλλη άκρη, πάντα με τη χρήση μολυβιών. Αν ρίξουμε παραγάδι αρκετά μεγαλύτερο από την έκταση του κομματιού, απλά στο τελείωμά του θα γυρίσουμε προς τα εκεί που αρχίσαμε και θα ρίξουμε το υπόλοιπο παράλληλα. Στα σημεία όμως του βυθού που θέλουμε να καλάρουμε το ανέβασμα ή το κατέβασμα κάποιου γκρεμού, τα πράγματα ζορίζονται αρκετά. Μία λύση είναι να ξεκινήσουμε από το πιο ρηχό σημείο και να καλάρουμε όσο κατεβαίνει, να βάλουμε ένα καλαδούρι στο τελείωμα του γκρεμού και στη συνέχεια να καλάρουμε το ανέβασμα που κάνει σχηματίζοντας με το παραγάδι μας το σχήμα V. Μία άλλη λύση είναι να καλάρουμε το κατέβασμα με μια ελικοειδή κίνηση.
Δηλαδή όπως κατεβαίνει ο βυθός εμείς να κάνουμε παράλληλο ισοβαθές πέρασμα από πάνω του, ρίχνουμε 20 αγκίστρια στα 30 μέτρα, στροφή 20 αγκίστρια στα 35 μέτρα, 20 στα 40 και έτσι κατεβαίνουμε μαζί του χωρίς να αφήνουμε αψάρευτα κομμάτια. Αυτός είναι πολύ καλός τρόπος, απαιτεί όμως εξαιρετικά καλή γνώση του τόπου, άμεση συνεργασία με το βυθόμετρο, αρκετά μολύβια για να μη φύγει το παραγάδι από εκεί που θέλουμε να κάτσει και κάποιον να κουμαντάρει και να μανουβράρει σωστά στο σκάφος. Αν μας φύγει το παραγάδι και πέσει δίπλα από το γκρεμό και όχι πάνω του, τότε θα πάρουμε πολύ δύσκολα ντέματα. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι σε τέτοιους τόπους θα έχουμε μεγάλα ντέματα, όμως αν έχουμε καλάρει ακριβώς πάνω στον τόπο, τότε γνωρίζοντας την πορεία του σκάφους θα καταφέρουμε να λύσουμε αρκετά από αυτά κάνοντας μανούβρες. Ιδιαίτερη προσοχή στις στροφές! Καλό είναι να μην γίνονται στα όρια στου γκρεμού, αλλά να αφήνουμε περιθώριο στο παραγάδι να καθίσει σωστά και στρωτά πάνω στο βυθό.
Σε πολύ σκληρούς τόπους, με διάσπαρτα μονόπετρα, ίσως θα πρέπει να υιοθετήσετε τη χρήση μικρών φελλών που θα κρατάνε τμήματα του παραγαδιού λίγο πιο ψηλά. Και εδώ τα ντέματα θα είναι δύσκολα, αλλά τα φελά βοηθάνε να έχουμε κομμάτια χωρίς μπλεξίματα. Τα μέτζα παραγάδια είναι εργαλεία για καλά και δυνατά ψάρια. Πολλοί δυστυχώς θεωρούν ότι ένα αγκίστρι με Χ νούμερο δε μπορεί να κρατήσει ένα ψάρι σεβαστού μεγέθους. Έτσι, πέφτουν μόνοι τους στην παγίδα και περνάνε από το ψιλό παραγάδι κατευθείαν στο χοντρό. Δεν είναι όμως τα πράγματα έτσι, γιατί τα 11άρια αγκίστρια για παράδειγμα, μπορούν να δώσουν ψάρια απίστευτα σε μέγεθος, αρκεί βέβαια να είναι κατασκευασμένα σωστά και με ιδιαίτερη φροντίδα.Αυτό που θέλω να καταλάβουμε όλοι όσοι ψαρεύουμε με παραγάδια, είναι πως πρέπει να έχουμε πολλά και διαφορετικά παραγάδια για κάθε περίπτωση. Αυτό είναι το κλειδί της επιτυχίας.
Μέτζα παραγάδια ή σκαθαρωτά
Είναι τα παραγάδια που φτιάχνουμε με αγκίστρια νούμερο 12-11-10 και θα χρησιμοποιήσουμε σε τόπους με αρκετά, καλά σε μέγεθος και δύναμη ψάρια. Για πολλούς είναι τα πιο ποιοτικά από όλα, αφού θα «διαλέξουν» τα ψάρια και θα χαρίσουν μια αξιοζήλευτη ψαριά. Με τα μέτζα εργαλεία αναζητούμε περισσότερο μεγάλες τσιπούρες, τσαούσια, φαγκριά, συναγρίδες, σκαθάρια (σε αυτά οφείλεται ο χαρακτηρισμός «σκαθαρωτά») και λιγότερο μαύρα. Λόγω του μεγέθους των αγκιστριών, θα τα φορτώσουμε με μεγάλα κομμάτια δολώματος: μέρη από κάποιο ψαροδόλι (φιλέτο ή τάκος), μικρά μαλάκια (μικρά καλαμάρια ή θραψαλάκια), αλλά και φιλέτα από μεγαλύτερα μαλάκια, όπως η σουπιά. Ο συνδυασμός ενός τέτοιου παραγαδιού, με έναν καλό τόπο, τη σωστή ώρα και με ολόφρεσκο δόλωμα, αποτελεί τη συνταγή για την απόλυτη επιτυχία στο ψάρεμα.
Καλές θάλασσες, καλές εξορμήσεις για όλους μας, και μην ξεχνάτε: το ψάρεμα συνεχίζεται και το χειμώνα…