Που να µου έλεγαν κάποτε, ότι µε αφορµή την αγάπη µου για τα jerkbaits, θα γράψω άρθρο σχετικά µε τις διάφορες τεχνικές ανάκτησης στο spinning. Που να µου το έλεγαν την εποχή του τηλεσκοπικού καλαµιού, του µηχανισµού από τη βαθιά Κίνα και της 35άρας πετονιάς.
Τότε που µε 2-3 τεχνητά χύµα σε µια σακούλα πηγαίναµε να κάνουµε «συρτή». Όταν απλά ζητούµενο ήταν να ρίξουµε το τεχνητό όσο πιο βαθιά γίνεται και να το σύρουµε µέχρι έξω. Και εκεί στο σούρουπο να καταφέρουµε να βγάλουµε στην στεριά τους λούτσους που χτυπούσαν. Τότε που απλά ένα σταθερό µέτρο ταχύτητας «σύρε-λέβα» ξέραµε, και αυτό δεν το κάναµε καν καλά, µιας και οι σχέσεις ανάκτησης, η δύναµη του καλαµιού, το λαστίχωµα της πετονιάς, ήταν όλα θεωρητικά «λάθος».
Που να µου έλεγαν πως σε λίγο καιρό όλα αυτά δε θα µου έκαναν, πως την ίδια στιγµή που θα έβγαζα λιγότερα ψάρια οι τεχνικές µου γνώσεις θα αυξάνονταν και ο εξοπλισµός µου θα γινόταν πιο ακριβός, πιο άρτιος τεχνολογικά, απείρως πιο «ψαγµένος».
Υπάρχουν «παλιές καλές εποχές» στο spinning;
∆ύσκολη ερώτηση σε γενικές γραµµές. Είναι καλύτερο να την απαντάει κανείς προσωπικά. Για µένα αυτή η εποχή του «σύρε-λέβα», της απλής ανάκτησης µε πολύ βασικό εξοπλισµό, είχε ορισµένα πολύτιµα προτερήµατα.
Πρώτον, για τα µέρη στα οποία ψαρεύω, είχε σαφώς και πέρα από κάθε αµφισβήτηση περισσότερα ψάρια. Την οικολογική αλλαγή προς το χειρότερο µπορεί κανείς να την περιγράψει ανάγλυφα στο πέρασµα µιας δεκαετίας στο πεδίο. Να τη δει, να τη συγκρίνει από κάθε άποψη. Τα ιχθυαποθέµατα µειώνονται ορισµένες φορές δραµατικά. Κάτι που αποτελεί και κοινή διαπίστωση σχεδόν όλων των σχετικών µελετών που έχουν δηµοσιευτεί πρόσφατα. Και αυτή η µείωση δε θα µπορούσε παρά να «φανεί» και στους ανώτατους θηρευτές, τους οποίους ψαρεύουµε στο spinning.
∆εύτερον, σε ένα πεδίο αφενός ζωντανό και αφετέρου «παρθένο» από τεχνητά, το να ρίξεις και να σύρεις ένα τεχνητό των 12 ευρώ, έτσι απλά και δίχως πολλά-πολλά, ισοδυναµούσε με το να καλείς τα ψάρια από µακριά να το κατασπαράξουν. Με τον «άκυρο» εξοπλισµό µας, είχαµε χτυπήµατα και άπειρα ξεψαρίσµατα. Καταφέρναµε να βγάλουµε περίπου έναν στους τέσσερις λούτσους. Μιλάµε βέβαια για λούτσους από 4 κιλά και πάνω… ∆ε ρωτούσαµε όµως αν θα χτυπούσε κάτι. Το θεωρούσαµε δεδοµένο. Το άγχος µας ήταν αν θα το βγάλουµε στη στεριά. ∆ε συντελέσαµε και εµείς, αν όχι να µειωθούν τα ψάρια, τότε σίγουρα στο να γίνουν πιο «σοφά;»
Ένα τρίτον θα πρόσθετα, λίγο ακόµα πιο προσωπικό: ήταν η εποχή µιας πιο άδολης χαράς. Μιας εποχής που δεν πρέπει να ξεχάσουµε νοµίζω.
Και οι καιροί άλλαξαν. Πήραµε λίγο καλύτερο εξοπλισµό, δίσπαστα καλάµια, νήµατα, περισσότερα τεχνητά. Πάλι δεν είχαµε αυτό που λέµε «ψαγµένο» εξοπλισµό. Είχαµε όµως σκυλίσια υποµονή και αντοχή. Ένα πάθος που το θυµόµαστε µε νοσταλγία. Κόντρα σε πεντάρια και εξάρια µποφόρ κατάφατσα, πάνω σε βράχια, να µας χτυπάει το κύµα, να τρώµε το κρύο της αρκούδας, αλλά εκεί.
Ξενύχτια, χιλιόµετρα, πεζοπορίες, αλλά εκεί, επιµονή. Και να ρίχνουµε βολή µετά τη βολή ασταµάτητα, πάντα µε την ελπίδα, πάντα µε την τρέλα του χτυπήµατος, που όταν ερχόταν µας τράνταζε µέχρι την ψυχή και έπαιρνε από πάνω µας κάθε κούραση, κάθε νύστα, κάθε κρύο, κάθε πόνο. Τι θεϊκή τρέλα! ∆εν είχαµε εξοπλισµό, είχαµε όµως πάθος.
Και οι καιροί άλλαξαν ξανά
Μήπως όµως αλλάξαµε εµείς και όχι οι καιροί; Τι τα θες… Βλέπαµε πως τα ψάρια πλέον ήταν όχι µόνο λιγότερα, αλλά έµαθαν και τα κόλπα µας. Τα ψάξαµε αλλού, οργώσαµε το νησί, πήγαµε σε άλλα µέρη της Ελλάδας. Τα ψάξαµε µε άλλες τεχνικές και µε εξοπλισµό κυριολεκτικά πολλών χιλιάδων ευρώ. Τα βρήκαµε και µας βρήκαν.
Αναµετρηθήκαµε για πολύ καιρό σε άλλη πλέον βάση, πολύ πιο τεχνική. Αναµετρηθήκαµε και µε τις δικές µας αδυναµίες. Με την απληστία µας, τη µαταιοδοξία µας, την κενότητα που έχει ο κάθε άνθρωπος µέσα του. Αυτή είναι µια µάχη που δεν τελειώνει ποτέ. Στην πορεία αποκτήσαµε γνώσεις που δε θα φανταζόµασταν πως υπάρχουν. Κάτι που µας κάνει βέβαιους στο να πιστεύουµε ότι υπάρχουν άπειρα ακόµα πράγµατα να µάθουµε, σε γεωµετρική πρόοδο µε τον παλιό µας εαυτό.
Και που βρισκόµαστε τώρα; Ο Ηράκλειτος θα έλεγε σαν γνήσιος φιλόσοφος, πως το «τώρα» δεν είναι ποτέ το ίδιο, η ζωή µας είναι σαν ποταµός που κυλάει, το νερό µέσα στο οποίο είµαστε δεν είναι ποτέ το ίδιο και άρα δεν µπορούµε να δούµε καθαρά τι µας συµβαίνει. Είναι ξεκάθαρο πια πως είµαστε σε ένα πεδίο µε λιγότερα ψάρια, αλλά µε περισσότερες γνώσεις! Την ίδια στιγµή έχουµε καλλιεργήσει µέσα µας το σεβασµό στη Φύση, που παλιότερα µας έλειπε.
Ας µιλήσουµε γι’ αυτά τα πράγµατα, µε αφορµή τα ιδιαίτερα τεχνητά που ονοµάζονται «jerkbaits».
«Απλός» εξοπλισμός
Και η απλή ανάκτηση δουλεύει, και ο απλός εξοπλισµός δουλεύει. Όµως µόνο όταν αποτελούν στρατηγικές µας επιλογές που ξέρουµε να χειριζόµαστε κατά περίπτωση. Θα δώσω ένα παράδειγµα καταρχήν ως προς τον «απλό» εξοπλισµό, για να αφήσουµε πίσω µας αυτό το θέµα το οποίο δεν απασχολεί -και ειδικά αυτό το άρθρο-, αν και θα ήθελα κάποτε να αφιερώσω ένα συγκροτηµένο κείµενο σε αυτό.
Ένα καλάµι των 70-100 ευρώ θεωρείται µια σχετικά φτηνή/µεσαία επιλογή στο spinning. Ψαρεύω ακόµα µε τέτοια καλάµια. Ξέρω τις δυνατότητες και τις αδυναµίες τους. Ξέρω ότι κάποιο από αυτά θα µε κουράσει γιατί είναι κούτσουρο, αλλά ξέρω ότι αυτήν την βαριά µπονίτα τη δουλεύει τέλεια. Ξέρω ότι στο κάρφωµα µπορώ να είµαι ήσυχος. Στη µάχη; Όχι τόσο! Ότι τα βαριά τεχνητά θα τα δουλέψει περίφηµα.
Πως µπορώ να το πάρω µαζί µου για µια εξερεύνηση στον τάδε δύσκολο βραχότοπο, µε δύσκολες καιρικές συνθήκες, δίχως να φοβάµαι πως σε µια τούµπα θα σπάσει και θα χάσω µια περιουσία. Ξέρω πως το εξής οικονοµικό νήµα δε θα µου κρατήσει πολύ. Ξέρω επίσης πως όταν πάω µε κόντρα καιρό το στυλ του ψαρέµατός µου -ότι και να κάνω- θα µου κοστίσει µέτρα νήµατος. Οπότε θα πάρω µαζί µου εκείνη την έξτρα µποµπίνα µέχρι να δω τι συµβαίνει, µέχρι να κουµπώσω απάνω την µποµπίνα µε το ακριβό µου νήµα. Θα µου αντέξει στο χτύπηµα, θα το βγάλει το ψάρι αν τύχει. Κι αν έχει ήδη φθαρεί;
Ξέρω επίσης που να µην εµπιστεύοµαι µέσες λύσεις ή που αξίζει να πέσουν στο πεδίο τα ακριβά εργαλεία. Και ξέρω επίσης πως οι υπέρµετρα φτηνές λύσεις είναι σπάνια καλές και συνήθως κοστίζουν περισσότερο σε βάθος χρόνου. Έχω µάθει πως το spinning είναι για όλους, φτάνει ο καθένας να µπορεί να έχει πρόσβαση στη γνώση εκείνη που να τον κάνει να αποκτήσει τον καλύτερο δυνατό εξοπλισµό σε σχέση µε το βαλάντιό του.
Από εκεί και πέρα, υποµονή και επιµονή. Θέλει άλλο κόπο να βγάλεις µια σωστή πλεύση ενός τεχνητού µε έναν πιο φτηνό εξοπλισµό. Θέλει να κάτσει να τον µάθεις. Είναι πολλές φορές πιο κουραστικό, αλλά δεν είναι αδύνατο! Αν µάθεις τις αδυναµίες του εξοπλισµού σου, ίσως και να µπορέσεις να τις παλέψεις.
Αυτό ισχύει και για τα jerkbaits, για τα οποία θα µιλήσουµε σήµερα: Η «ψαγµένη» πλεύση τους βγαίνει και µε έναν µέτριο εξοπλισµό, µα θα χρειαστεί από εµάς περισσότερο κόπο σε κάθε επίπεδο.
«Απλές» ανακτήσεις
Όµως πάµε στις ανακτήσεις. Με τον καιρό από την απλή ανάκτηση πήγαµε σε πιο περίπλοκες. Πριν όµως µιλήσουµε για την περιπλοκότητα, ας δούµε την «απλή ανάκτηση».
Ρίχνουµε το τεχνητό και απλά µε τον µηχανισµό το ανακτούµε µε σταθερές µανιβελιές. Η απλή όµως ανάκτηση δεν είναι τόσο απλή τελικά. Η απλή ανάκτηση µπορεί να χωριστεί σε γενικές γραµµές µε βάση την ταχύτητά της σε πολύ αργή, αργή, µέτρια, γρήγορη και πολύ γρήγορη. Εφόσον δε, δεν εναλλάσσουµε αυτές τις ταχύτητες, ούτε και προσθέτουµε κάποια παύση, λέµε πως έχουµε µια απλή σταθερή ανάκτηση. Και όσο και να φαίνονται αυτά τα πράγµατα βαριάντες της ίδιας νοοτροπίας, η πλεύση του τεχνητού µπορεί να διαφέρει από τη µια ταχύτητα στην άλλη, όσο η µέρα µε τη νύχτα.
Υπάρχουν τεχνητά που θα µας αποδώσουν σε µια µέτρια σταθερή ανάκτηση. Άλλα αποδίδουν και σε πολύ γρήγορες ανακτήσεις. Δύο είναι οι τρόποι για να µάθουµε τι είναι ικανό να κάνει το τεχνητό µας. Καταρχήν να ανατρέξουµε στις προτάσεις και τις πληροφορίες που δίνει η κατασκευάστρια εταιρία. Έπειτα να το δοκιµάσουµε µόνοι µας. Να δούµε πως µπορούµε να το δουλέψουµε τόσο µε βάση τις δικές του κατασκευαστικές δυνατότητες, όσο και σε σχέση µε τον δικό µας εξοπλισµό και το δικό µας «χέρι».
Για παράδειγµα, θα δούµε ότι όσο αυξάνουµε την ταχύτητα µερικά τεχνητά κάνουν µια αφύσικη πλεύση, ενώ όσο τη µειώνουµε, το κολύµπι τους βγαίνει πιο οµοιόµορφο. Ισχύει όµως και το αντίθετο. Βέβαια το τι µας φαίνεται «αφύσικο» και τι «οµοιόµορφο», δε σηµαίνει ότι θα φανεί το ίδιο και στα ψάρια. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να γνωρίζουµε πώς ανταποκρίνεται το τεχνητό µας στις διάφορες εναλλαγές ταχύτητας µιας απλής ανάκτησης και να επιλέγουµε την παρουσίασή του συνειδητά.
«Μέθοδος Γιορντάνοφ»
Στην παρέα µας, σας το λέω σαν αστείο, µια «περίφηµη» τεχνική ανάκτησης είναι αυτό που κοροϊδευτικά λέµε «µέθοδος Γιορντάνοφ». Την ονοµάσαµε έτσι από το φίλο µας τον Νικολάι. Ένα βράδυ, επειδή ήταν πολύ κουρασµένος, αποφάσισε, ενώ εµείς εναλλάσσαµε ανακτήσεις, ταχύτητες και διάφορα άλλα «ψαγµένα» κόλπα, να ανακτά το τεχνητό του πολύ αργά. Πιο αργά και από το κανονικό, σχεδόν νωχελικά. Δίχως αυξοµειώσεις της ταχύτητας ή παύσεις. Έπιασε δυο υπέροχα ψάρια και µας έκανε να αλλάξουµε και εµείς τακτική, να τον µιµηθούµε.
Μέχρι που πήραµε και εµείς τη σειρά µας στην επιτυχία. Έκτοτε έχει σηµειώσει πολλά ενδιαφέροντα αλιεύµατα στο ενεργητικό του δοκιµάζοντας αυτήν την εντελώς αργή ανάκτηση. Δικαιωµατικά η µέθοδος έχει πάρει το όνοµά του. «Εγώ είµαι της παλιάς σχολής», λέει κάθε φορά, «δεν θέλω κόλπα!»
Και µε τις εναλλαγές τι γίνεται; Όλο αυτό πάει να πει ότι το τεχνητό µας πρέπει να το ανακτούµε ασταµάτητα και οµοιόµορφα, από την ώρα που πέσει στο νερό µέχρι να το βγάλουµε; Κάθε άλλο βέβαια. Η εναλλαγή µεταξύ ταχυτήτων προσδίδει επιπλέον αληθοφάνεια στο τεχνητό µας. Το ίδιο και οι παύσεις.
Όλοι ίσως θα έχουµε ακούσει την «stop ‘n go»» τεχνική, που δεν είναι τίποτα άλλο παρά µια τεχνική παύσεων κατά τη διάρκεια µιας ανάκτησης. Γνωρίζουµε ότι πολλά ψάρια που προσφέρονται για λεία, είτε επειδή είναι τραυµατισµένα, είτε γέρικα, σταµατούν κατά τη διάρκειά της κίνησής τους, ορισµένες φορές παρατεταµένα, κάτι που πυροδοτεί επιθέσεις από τα αρπακτικά. Καταλαβαίνει κανείς πως όταν συνδυάζει τα παραπάνω, ακόµα και η «απλή» ανάκτηση µε εναλλαγές στην ταχύτητα και παύσεις, κάθε άλλο παρά απλή παραµένει.
Οι κατασκευαστές προτείνουν…
Πώς όµως αποφασίζουµε τι θα επιλέξουµε; Αυτό είναι ένας συνδυασµός γνώσης, φαντασίας και εµπειρίας. Ξεκινάµε καταρχήν από τις προτάσεις που κάνει η ίδια η κατασκευάστρια εταιρία ενός τεχνητού. Υπάρχουν µερικά πχ. floating minnow που ειδικεύονται σε απλές ανακτήσεις. Και από θέµα ταχύτητας; Μερικές εταιρίες έχουν σαφείς προτάσεις και σε αυτό, τι οποίες θα πρέπει να συµβουλευόµαστε πριν ακόµα κάνουµε κάποια αγορά. Σε κάθε περίπτωση, κάτι αναγκαίο είναι να δούµε πως ανταποκρίνεται το τεχνητό τόσο στο δικό µας εξοπλισµό, όσο και στο δικό µας «χέρι».
Ας πειραµατιστούµε πρώτα µε τα τεχνητά µας πριν τα ρίξουµε. Ας δούµε τι κάνουν σε κάθε ταχύτητα. Ας δούµε πως τα χειρίζεται ο δικός µας εξοπλισµός και ας έχουµε αυτές τους τις ιδιότητες στο νου µας σα συνειδητές επιλογές. Αν κάτι έχει µείνει σταθερό στα χρόνια που ψαρεύουµε, είναι το εξής: µια τεχνική ανάκτησης, ακόµα και από τη γκάµα των «απλών», δεν παλιώνει, ούτε ακυρώνεται ποτέ. Αποτελεί ενεργή επιλογή µας φτάνει ακριβώς να ξέρουµε τι κάνει σε κάθε περίπτωση και γιατί τη χρησιµοποιούµε.
Η τέχνη της µη γραµµικής κίνησης και της παύσης…
Στις απλές ανακτήσεις, άσχετα από την ταχύτητα ή τις παύσεις, το τεχνητό έρχεται προς τα εµάς ακολουθώντας µια ευθεία γραµµή από τα βαθύτερα προς τα ρηχότερα. Θα λέγαµε πως έχουµε να κάνουµε µε µια γραµµική κίνηση, µε πολύ λίγες αποκλίσεις προς τα αριστερά ή τα δεξιά. Αν έχουµε να κάνουµε µε ένα βυθιζόµενο τεχνητό, η απόκλιση µπορεί να ισχύει ως προς το βάθος της υδάτινης στήλης, πάντως η κίνηση σε απλή ανάκτηση πάλι είναι γραµµική.
Ας δούµε τώρα κάτι πιο «ψαγµένο» που αποκλίνει από αυτό το επίπεδο, αν όχι δραµατικά, τουλάχιστον σηµαντικά. Περνάµε στις ανακτήσεις που θέλουν περισσότερη πείρα και πιο εξειδικευµένα τεχνητά, τα οποία κατατάσσονται στην γενικότερη κατηγορία των jerkbaits. Όταν θα λέµε σε αυτό το άρθρο «χτύπηµα του τεχνητού», θα εννοούµε ένα απότοµο τράβηγµα του καλαµιού προς µια κατεύθυνση που κάνει το τεχνητό µας να σταµατήσει προς στιγµήν το γραµµικό κολύµπι και να πραγµατοποιήσει µια ξαφνική κίνηση προς κάποια άλλη κατεύθυνση. Ας κάνουµε και µια δεύτερη διευκρίνιση, που θα µας βοηθήσει σε αυτό το άρθρο. Χρησιµοποιούµε τους όρους “jerk” και “twich” για να δηλώσουµε µε τον πρώτο χτυπήµατα του τεχνητού µε σηκωµένη τη µύτη του καλαµιού και µε το δεύτερο χτυπήµατα µε κατεβασµένη τη µύτη.
Το θέµα είναι πως υπάρχει µια αρκετά µεγάλη σύγχυση στον αγγλόφωνο κόσµο. Θα δούµε σε πολλά βιντεάκια από την Αµερική, όπου το χτύπηµα µε κάτω τη µύτη να ονοµάζεται ξεκάθαρα “jerk”. Θα δούµε Ιταλούς και Γάλλους να χρησιµοποιούν διαφορετικά την ορολογία λέγοντας «jerk» κάθε χτύπηµα όπου και αν έχουµε τη µύτη του καλαµιού κτλ.
Χτύπηματα α λα ελληνικά
Η ελληνική γλώσσα νοµίζω µπορεί και εδώ να µας βοηθήσει, οπότε για πρακτικούς λόγους θα διαχωρίσουµε σε τρία ειδικά χτυπήµατα:
– Κάθετα χτυπήµατα µε χαµηλωµένη τη µύτη του καλαµιού, να δείχνει γενικά την επιφάνεια της θάλασσας και να τραβάει το τεχνητό κάτω, προς αυτήν την κατεύθυνση
– Οριζόντια χτυπήµατα µε την µύτη του καλαµιού περίπου παράλληλα µε την επιφάνεια της θάλασσας και τέλος
– Κατακόρυφα χτυπήµατα µε την µύτη του καλαµιού να δείχνει προς τον ουρανό τραβώντας το τεχνητό «προς τα επάνω».
Το πρώτο είδος κάπως πιο σύνθετης ανάκτησης τεχνητών που συνήθως έρχεται πιο φυσικά σε έναν αρχάριο είναι το κάθετο χτύπηµα. Καθώς και εµείς ανακτούσαµε γραµµικά το τεχνητό µας µε ασταµάτητες σιγανές ή πιο γρήγορες µανιβελιές, κάναµε και ένα χτύπηµα, είτε για να ξεπιαστούν τα νεύρα µας, είτε γιατί το είχαµε δει σε κάποιο βίντεο. ∆εν ήταν λίγες οι φορές που αµέσως µετά το χτύπηµα και µέχρι ο µηχανισµός µας να µαζέψει τα µπόσικα, το ψάρι είχε αγκιστρωθεί!
Υπάρχουν όµως και τεχνητά τα οποία δουλεύουν σχεδόν αποκλειστικά, ή -για να το πούµε καλύτερα- «ξεδιπλώνουν» όλες τους τις αρετές σε µια ανάκτηση εξ’ ολοκλήρου γεµάτη χτυπήµατα και παύσεις! Oρισµένες εταιρίες κατατάσσουν ονοµαστικά αυτά τα τεχνητά στα jerkbaits, ενώ άλλες όχι. Όλα τους έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: µπορούν να αποκλίνουν αρκετά προς τα αριστερά και τα δεξιά από αυτήν την νοητή ευθεία της απλής, γραµµικής ανάκτησης, ενώ την ίδια στιγµή µπορούν να στρέφονται και προς άλλες κατευθύνσεις ως προς το δικό τους άξονα. Μπορούν δηλαδή µε δική µας εντολή ξαφνικά να φύγουν αριστερά, πιο ψηλά στην υδάτινη στήλη, ακόµα και να πραγµατοποιήσουν µια απότοµη στροφή που θα τα κάνει να «κοιτούν» προς εντελώς διαφορετική κατεύθυνση από εκείνη που «κοιτούσαν» την αµέσως προηγούµενη στιγµή! Καταλαβαίνει κανείς το πόσο αυτό αυξάνει κατακόρυφα την αληθοφάνεια των τεχνητών µας, την ίδια στιγµή που τα κάνει να φαίνονται πανικόβλητα και εντελώς ευάλωτα στα µάτια των θηρευτών…
Τα βασικά των jerkbaits
Χρησιµοποιώ πολλά jerkbaits φερµένα από πολλά µέρη του κόσµου, τα καλύτερα από αυτά δωρισµένα από φίλους ψαράδες από Αυστραλία και Αµερική. Εξίσου αξιόλογα τεχνητά όµως κυκλοφορούν και αντιπροσωπεύονται ευρέως και στην ελληνική αγορά, που µπορούν να ανταποκριθούν άψογα στις ανάγκες µας. Ορισµένα έχουν τόσες αρετές, ώστε όσο ασχολούµαστε µε αυτά, τόσο «δίνουν» καινούρια πράγµατα.
Tι κάνουµε λοιπόν µε αυτά τα τεχνητά; Καταρχήν πρέπει να δούµε πως ανταποκρίνονται στα τριών ειδών χτυπήµατα που αναφέραµε παραπάνω. Θα δούµε πως τα καλά jerkbaits έχουν ελαφριές έως σηµαντικές διαφορές στην κίνηση, ανάλογα αν κάνουµε κατακόρυφο, οριζόντιο ή κάθετο χτύπηµα. Εννοείται πως όπως και στην απλή ανάκτηση και στις διάφορες ταχύτητές της, έτσι και εδώ είναι στο χέρι και στη φαντασία µας να ζωντανέψουµε το τεχνητό µας κάνοντας ένα συνδυασµό χτυπηµάτων ανά βολή.
Πριν περάσουµε στη δράση, πρέπει να δούµε αν το jerkbait µας είναι βυθιζόµενο ή όχι. Τα βυθιζόµενα µας δίνουν ένα επιπλέον πλεονέκτηµα: µπορούµε µε αυτά να εξερευνήσουµε πιο βαθιά στην υδάτινη στήλη.
Πρέπει έπειτα να δούµε αν έχουν την ιδιότητα “suspending”. Τι σηµαίνει αυτό µε απλά λόγια: πως όταν πραγµατοποιήσουµε ένα οποιοδήποτε είδους χτύπηµα, κάθετο, οριζόντιο ή κατακόρυφο, το τεχνητό θα τιναχθεί προς µια διαφορετική κατεύθυνση, αλλά µετά θα παραµείνει ακίνητο ακριβώς εκεί που σταµάτησε. Ούτε θα βουλιάξει, ούτε θα αναδυθεί. Με τον καιρό µπορώ να πω ότι αυτή η ιδιότητα είναι από τις πλέον αποδοτικές στα τεχνητά. Γιατί; Γιατί πέρα από την αληθοφάνειά της, µπορούµε να τη χρησιµοποιήσουµε ως ατού στην παύση. Όταν δηλαδή µετά από µερικά χτυπήµατα κάνουµε µια παύση και ξέρουµε ότι το suspending τεχνητό µας θα µείνει εκεί που είναι.
Τι πλεονέκτηµα έχει αυτό; Μπορούµε να επιλέξουµε µε ακρίβεια πόσο µεγάλη χρονικά θα είναι η παύση µας. Και αυτό είναι ένας κρισιµότατος παράγοντας, τον οποίο συχνά παραβλέπουµε. Έτσι λοιπόν τα jerkbaits µπορούν µε τα διάφορα χτυπήµατα να τινάσσονται αριστερά και δεξιά και να συστρέφονται στους νοητούς άξονές τους µε τρόπο που δεν µπορούν να κάνουν τα άλλα minnows τόσο εξειδικευµένα, ενώ µας δίνουν και τη δυνατότητα ελέγχου τους, ακόµα και κατά την παύση.
Διάρκεια παύσης
Η διάρκεια της παύσης είναι ένα µεγάλο θέµα συζήτησης. Θα ακούσετε πολύ συχνά να λέγεται, πως στους κρύους µήνες του χρόνου η παύση αξίζει να είναι µεγαλύτερη, ενώ όσο πιο πολύ ζεσταίνει ο καιρός και το θερµοκλινές της θάλασσας, οι παύσεις αυτές µπορούν να είναι µικρότερες ή και ελάχιστες. Πόσο µεγάλη δηλαδή είναι µια παύση το χειµώνα; Ψαράδες των γλυκών νερών σε µεγαλόστοµα λαυράκια, κάνουν παύση µέχρι και τριών λεπτών! Τι υποµονή χρειάζεται κάτι τέτοιο! Από τη δική µου πείρα στο ψάρεµα των µεγάλων λαβρακιών, έχουν αποδώσει τον χειµώνα παύσεις σε suspending jerkbaits τις οποίες υπολογίζω µέχρι και δέκα δευτερόλεπτα! Το καλοκαίρι και ανάλογα µε το τεχνητό, η µεγαλύτερη µου παύση είναι στο µισό χρόνο. Γενικά ακολουθώ τον κανόνα ζεστότεροι µήνες-µικρότερη παύση.
Υπάρχουν βέβαια και jerkbaits που δεν έχουν τη suspending ιδιότητα. Σε αυτά οι παύσεις είναι σαφώς µικρότερες, αλλά και πάλι αναγκαίες. Τι µας λέει ότι όταν ένα τεχνητό βυθίζεται ή αναδύεται, δε φαίνεται στα µάτια των θηρευτών ως εύκολη λεία; Επίσης, από τη δική µου εµπειρία προκύπτει και το εξής , αν και αξίζει να βλέπουµε τις εξαιρέσεις: όσο πιο κρύο και χειµώνας, τόσο πιο αργές ανακτήσεις και πιο ήπια χτυπήµατα. Όσο µεγαλύτερη η ζέστη, τόσο πιο γρήγορες και πιο έντονο το παιχνίδι στα jerkbaits.
Περίοδος αναπαραγωγής
Eπίσης τα πράγµατα περιπλέκουν όσο φτάνουµε στην περίοδο αναπαραγωγής των ψαριών. Θα πρέπει οπωσδήποτε να δοκιµάζουµε διάφορα πράγµατα –και ας είµαστε σε σχετικά θερµούς µήνες του χρόνου-, καθώς ορισµένα ψάρια (κυρίως θηλυκά) όντας κουρασµένα θα επιτεθούν σε αργές ανακτήσεις ενώ άλλα από αντίδραση (κυρίως αρσενικά) θα επιτεθούν σε γρήγορες ανακτήσεις µε χτυπήµατα.
Φως και σκοτάδι
Τέλος µπορούµε να καθορίσουµε αυτές τις παραµέτρους µε βάση το ορατό φως και τη διαύγεια του νερού. Κατά κύριο λόγο όσο πιο διαυγή είναι τα νερά και όσο περισσότερο φως υπάρχει τόσο οι γρηγορότερες ανακτήσεις µε τα έντονα και συνεχή χτυπήµατα θεωρείται πως ευνοούν. Όσο πάµε προς το σκοτάδι και τα πιο θολά νερά, οι πιο ήπιες ανακτήσεις και τα πιο αραιά χτυπήµατα µε µεγαλύτερες παύσεις, είναι θεωρητικά καλύτερα. Εδώ βέβαια παίζουν πάντοτε οι εξαιρέσεις, όταν πχ. θέλουµε σε ένα σκοτεινό λιµάνι να κάνουµε ψάρια που ακολουθούν µεν αλλά δεν αντιδρούν, να επιτεθούν από ένστικτο χώρου ή άλλες αιτίες, οπόταν και χρησιµοποιούµε ως δέλεαρ µια εντονότερη από κάθε άποψη παρουσίαση.
Στα «άδυτα» της τεχνικής
Ο τρόπος και η ταχύτητα ανάκτησης, καθώς και η πυκνότητα µεταξύ των χτυπηµάτων, είναι πολύ σηµαντικοί παράγοντες επίσης. Ο κλασσικός τρόπος της τεχνικής είναι αρκετά ιδιαίτερος και θέλει προσοχή. Για να κολυµπήσει το jerkbait ελεύθερο κατά τη διάρκεια των χτυπηµάτων και να βγάλει τη σωστή κίνηση, θέλει ελευθερία από τις µανιβελιές µας! Αυτό είναι τροµερά σηµαντικό να το θυµόµαστε.
Ο κανόνας τον οποίον εφαρµόζουν και πασίγνωστοι ψαράδες όπως o Kevin Van Dam, είναι ένας: Ξεκινάµε το χτύπηµα µε λάσκα στο νήµα και τελειώνουµε µε λάσκα. Τι σηµαίνει αυτό; Σηµαίνει πως τα χτυπήµατα τα κάνουµε µε την µύτη του καλαµιού µας και όχι σέρνοντας το τεχνητό µας µε το µηχανισµό. Το µηχανισµό στην τεχνική των jerkbaits, αντίθετα από τις απλές ανακτήσεις, τον έχουµε µόνο για να τυλίγουµε τα µπόσικα, και πάλι όχι µε τρόπο που να ερχόµαστε σε επαφή µε το τεχνητό µας και να παρεµβαίνουµε στην πλεύση του. Τη δουλειά όλη την κάνει το καλάµι και το χέρι µας. Εδώ βέβαια, επειδή έχουµε να κάνουµε µε πολλή λάσκα, θέλουµε έναν αξιόπιστο και µε µεγάλο βήµα ανά µανιβελιά µηχανισµό, που θα εξασφαλίσει πως δεν θα έχουµε τούφες – κάτι που συµβαίνει συχνά όταν µαζεύουµε πολλά µπόσικα δίχως αντίσταση.
Τώρα θα µου πείτε, πως γίνεται να κάνω χτυπήµατα µε λάσκα νήµα και να καταλήγω πάλι σε λάσκα νήµα; Γίνεται, αν και θέλει λίγο εξάσκηση. Το σηµαντικό είναι να θυµόµαστε πως το σετάρισµα του καλαµιού µας πρέπει να έχει αρκετό νεύρο, ώστε να µεταδίδει την κάθε κίνηση πολύ γρήγορα. Έτσι, είναι απαραίτητο ένα πιο κοντό παράµαλλο, εκτός από ένα σωστό, νευρικό καλάµι. ∆ε χρειάζεται να σέρνουµε το τεχνητό ή να κάνουµε τεράστιας δύναµης χτυπήµατα. Απλά πρέπει να βάλουµε τόση δύναµη όση χρειάζεται.
Και το πόσο χρειάζεται θα το δούµε πειραµατιζόµενοι µε το τεχνητό και τον εξοπλισµό µας στα ρηχά, πριν το στείλουµε εκεί έξω για περιπέτειες. Να θυµόµαστε: Ξεκινάµε τα χτυπήµατα µε λάσκα στο νήµα και τελειώνουµε µε λάσκα. Τότε µόνο το jerkbait θα µπορεί να κινηθεί προς κάθε κατεύθυνση ελεύθερο και να κάνει τα κόλπα για τα οποία έχει φτιαχτεί.
Ατέλειωτοι συνδυασµοί!
∆ηλαδή τόσο χαλαρά θα το πηγαίνουµε; Όχι βέβαια. Αυτός δεν είναι παρά ένας βασικός κανόνας. Την ταχύτητα ανάκτησης και την πυκνότητα των χτυπηµάτων, καθώς και τις παύσεις, µπορούµε τελικά να τις αφήσουµε στην φαντασία µας, η οποία θα χτίσει την πείρα µας στο πεδίο µε τις επιτυχίες και τις αποτυχίες µας.
Σε jerkbaits τα οποία είναι βυθιζόµενα αλλά όχι suspending, ο µηχανισµός µπορεί να παίξει έναν καθοριστικό ρόλο καθώς εµείς τα χτυπάµε, αλλά και ταυτόχρονα τα σέρνουµε προς τα εµάς µε µεγάλη ταχύτητα. Αυτή η τεχνική δίνει ένα νευρικό, ορµητικό και αρκετά πιο κλειστό κολύµπι στα τεχνητά, µε συνεχείς εφορµήσεις προς τα µπροστά και ελάχιστες παύσεις, κάτι που έχει δουλέψει περίφηµα σε πελαγικά, όπως παλαµίδες, τονάκια, µαγιάτικα.
Υπάρχουν πολλά πράγµατα που συνδυάζουν τεχνικές ανάκτησης στα jerkbaits, όπως το λεγόµενο «long jerk», όπου το χτύπηµα µε τη µύτη του καλαµιού δεν είναι µια απότοµη στιγµιαία κίνηση, αλλά στην ουσία ένα παρατεταµένο γρήγορο σύρσιµο για µερικά µέτρα, µια παύση και επανάληψη. Μια τεχνική που µου έχει δουλέψει καταπληκτικά, είναι η εξής: µια τέτοια νευρική και γρήγορη ανάκτηση µε συνεχόµενα χτυπήµατα, και ξαφνικά ένα απότοµο, δυνατό χτύπηµα κατά το οποίο γρήγορα σπρώχνω τη µύτη του καλαµιού µου στην αντίθετη κατεύθυνση από αυτήν που έρχεται το τεχνητό, αφήνοντας µπόσικα. Ένα τέτοιο απότοµο χτύπηµα, κάνει το τεχνητό που τρέχει να πεταχτεί ξαφνικά προς µια εντελώς διαφορετική κατεύθυνση, και να γυρίσει σχεδόν 180 µοίρες, πραγµατοποιώντας µια εντυπωσιακή παύση.
Είναι κάτι που κυριολεκτικά ξετρελαίνει εκείνους τους λούτσους που ακολουθούν πολλές φορές δύσπιστα, δίχως να αρπάζουν το τεχνητό, ενώ έχει δουλέψει περίφηµα και στα λαβράκια. Αυτή είναι απλά µια δική µου βαριάντα, σκεφτείτε τι συνδυασµούς µπορείτε να κάνετε µε όλα ετούτα! Πριν όµως πάµε στους συνδυασµούς και στα δικά µας, θα πρέπει να ξέρουµε τη «θεωρία» και τον «κανόνα». Ίσως µόνο και µόνο για να τον σπάσουµε!
Ορισµένα jerkbaits κάνουν πολύ καλό κολύµπι ακόµα και µε απλές ανακτήσεις κάθε ταχύτητας. Κάπου θα χάνουν βέβαια, κάπου θα κερδίζουν. Σκεφτείτε όµως το δικό µας όφελος, και το πόσο αυξάνεται ο αριθµός των επιλογών µας όταν τελικά φτάσουµε στην ελευθερία να µπορούµε να συνδυάσουµε στις βολές µας στοιχεία από όλες αυτές τις πλεύσεις, «απλές» και «ψαγµένες», σε κάθε ταχύτητα και τρόπο!
Εδώ είναι η οµορφιά του spinning! ∆οκιµάστε να εισάγετε, αν δεν το έχετε κάνει ήδη, jerkbaits στις κασετίνες σας. Πραγµατικά απογειώνουν το ψάρεµά µας, και παρόλο που είναι λίγο πιο απαιτητικά, πραγµατικά αυτό που µπορούν να καταφέρουν είναι µοναδικό. Σε αυτόν τον κόσµο άλλωστε, τίποτα όµορφο δεν έρχεται δίχως κόπο! Aπό την εποχή του «σύρε-λέβα», µέχρι το σήµερα που προσέχουµε και την παραµικρή λεπτοµέρεια, αυτό που µας συναρπάζει περισσότερο είναι η ελευθερία και η δυνατότητα να πειραµατιστούµε σε έναν τοµέα ανεξάντλητης πληροφορίας, αλλά και οµορφιάς. Πάντα µε σεβασµό στα αλιεύµατα, µε τα οποία µας δένει όχι η αρπαγή, όχι η σφαγή και η ασχήµια, αλλά η κοινή µας µεγάλη µητέρα ως πλάσµατα και παιδιά της, η Θάλασσα… Καλά να περνάτε!