Ο Παύλος Πολάκης σε μία ανάρτησή του στα μέσα κοινωνική δικτύωσης, με αφορμή το θάνατο του Σήφη Βαλυράκη, διηγήθηκε τη δική του ιστορία ψαρέματος που παραλίγο να καταλήξει σε τραγωδία πριν πολλά χρόνια.
Παρακάτω είναι το κείμενο, όπως γράφτηκε. Θυμάται όλα όσα είχε ζήσει στο μακρινό 1997 όταν και είχε πάει να ψαρέψει μόνος του και τον χτύπησε διερχόμενο σκάφος.
Ο πρώην υπουργός περιγράφει βήμα βήμα τις κινήσεις του, από την αγαπημένη του συνήθεια, το ψάρεμα, παραθέτοντας τα λάθη -όπως ο ίδιος λέει- έκανε που τον οδήγησαν στο δυσάρεστο περιστατικό.
ΠΑΥΛΟΣ ΠΟΛΑΚΗΣ: “Διαβάζοντας τη δραματική εξέλιξη που παίρνει η ιστορία με το Σήφη Βαλυράκη, νιώθω πολύ θυμό σκεπτόμενος πως ένας άνθρωπος με το πάθος του Σήφη, τη σωματική του κατάσταση παρά τα χρόνια του και την «ψυχή» που είχε, μπορεί να πήγε με αυτόν τον τρόπο….
Δυστυχώς μπορεί να έγινε έτσι όπως βγαίνει τώρα στην επιφάνεια, με τον τσακωμό με κάποιο επαγγελματία ψαρά που κάνοντας κύκλους γύρω του για να τον αποτρέψει από το ψαροντούφεκο, δημιούργησε κυματισμό με αποτέλεσμα να πέσει από το φουσκωτό του και τελικά τον χτύπησε η βάρκα του ψαρά. Ο οποίος πιθανότατα δεν τον είδε όταν συνέβη η πρόσκρουση, αλλά σίγουρα το κατάλαβε μετά και έφυγε ελπίζοντας πως δεν θα ανακαλυφθεί.
Αναλογιζόμενος αυτά μου ήρθε στο μυαλό μια αντίστοιχη (όχι ίδια) ιστορία που έχω ζήσει το καλοκαίρι του ‘97 σε μια ακτή πίσω από την Αγία Ρούμελη στα Σφακιά που δείχνει πόσο λεπτό είναι το νήμα της ζωής μας τελικά. Και πως μέσα σε δέκατα του δευτερολέπτου μπορεί να χαθούν όλα ή να γλυτώσεις…
Είναι Ιούλιος του 1997, είμαι στον τελευταίο χρόνο της ειδικότητας της Χειρουργικής στο Κρατικό της Νίκαιας και μετά από τη μεγάλη απεργία του Ιουνίου όπου αλλάξαμε την εφημερία στον Πειραιά από μέρα παρά μέρα σε ανά τριήμερο, πήραμε αυξήσεις ως νοσοκομειακοί γιατροί μετά από δώδεκα χρόνια και πήραμε περίπου 3 δις δραχμές χρηματοδότηση για το νοσοκομείο (για το ΤΕΠ, τον Τεχνητό Νεφρό και τα εργαστήρια) αισθανόμενος πλήρη δικαίωση, παίρνω την καλοκαιρινή άδεια και πάω στα Σφακιά βέβαια…Μαζί με τη Δώρα που ήταν τότε ειδικευόμενη Πνευμονολόγος στο Σωτηρία (όντας και νιόπαντροι).
Τότε είχα ένα φουσκωτό το Novurania 4,60 με μια 60 άρα μηχανή. Μανιτέβελο σκάφος, τραβιόταν εύκολα με συμβατικό αυτοκίνητο, με αρκετούς χώρους, πολυεστερική γάστρα, ρηχή όμως που πάνω από τα 4 μποφόρ κοπάναγε αρκετά αλλά για ψαροντούφεκο και μικρομεσαίες βόλτες ήταν ιδανικό.
Οι συνήθεις βόλτες ήταν στις παραλίες γύρω από το Φραγκοκάστελλο όπου το έριχνα από τη γλίστρα που είχε φτιάξει τότε ο και μετέπειτα σύντεκνος μου ο Σπύρος Βρανάς και τότε πρόεδρος της κοινότητας Πατσιανού. Έφτανα και Γαύδο και Γαυδοπούλα όταν είχε μπουνάτσες και βέβαια τα αγαπημένα μέρη ήταν από τη χώρα Σφακιών μέχρι το φαράγγι της Τρυπητής που ήταν τα σύνορα Σφακιών Σέλινου.
Η περιοχή μετά τη χώρα Σφακιών δεν έχει δρόμο που να κατεβαίνει στη θάλασσα μέχρι τη Σούγια. Μια απόσταση είκοσι και κάτι μιλίων με απίθανα βουνά τρομερές παραλίες, πευκόφυτη στο μισό της μέρος, έξοδος πολλών φαραγγιών στη θάλασσα (Αράδαινας, Ελυγιάς, Σαμαριάς, Κλάδου – Δώματα, Τρυπητής) που ΕΙΝΑΙ ένα από τα ομορφότερα μέρη στην Ελλάδα.
Τότε όργωνα αυτά τα μέρη με το φουσκωτό και κάθε μέρα ανακάλυπτα και νέους βυθούς και τρομερές εμπειρίες. Ήμουν και 32 χρόνων και (παρά το τσιγάρο) κατέβαινα βαθειά και έπιανα πολλά ψάρια που τότε άρχιζαν να δέχονται την πίεση από την υπεραλίευση αλλά υπήρχαν πολλά.
Μια μέρα, λοιπόν, πήγα για ψάρεμα με το φουσκωτό το απόγευμα μόνος μου.
Η Δώρα που πάντα ερχόταν μαζί μου, έχοντας κουραστεί την προηγούμενη μέρα που είχαμε πάει Γαυδοπούλα και είδε λίγο το Χριστό φαντάρο στο γυρισμό γιατί είχε βάλει καιρό, δεν ήρθε μαζί μου.
Η παρέα της Δώρας στο φουσκωτό όλα αυτά τα χρόνια και τότε και τώρα σε μένα λειτουργεί με δυο τρόπους. Πρώτον νιώθω πως είναι κάποιος μαζί μου και αυτό δημιουργεί μια αίσθηση ασφαλείας και δεύτερο επειδή είναι κάποιος μαζί μου και πρέπει να τον γυρίσω πίσω, ποτέ (σχεδόν τα πρώτα χρόνια, σίγουρα εδώ και μια δεκαετία) ΔΕΝ ΞΕΠΕΡΝΩ ΤΑ ΟΡΙΑ στη βουτιά! Επίσης όταν κάποιος είναι μαζί σου πάνω στο φουσκωτό βλέπει τα διερχόμενα σκάφη σε προειδοποιεί ή τους προειδοποιεί καθώς τότε ειδικά η Δώρα ήξερε να κουμαντάρει το φουσκωτό και με ακολουθούσε παράλληλα με την ακτή όντας πιο ανοιχτά από μένα.
Εκείνη τη μέρα, λοιπόν, το πρώτο λάθος ήταν πως δεν ήρθε η Δώρα. Το δεύτερο λάθος ήταν πως λόγω του συγκεκριμένου ψαρέματος που πήγα να κάνω (γιατί ξεκίνησα απόγευμα, δεν είχα πολλή ώρα, ήμουν κουρασμένος από τις χθεσινές βαθιές βουτιές στη Γαυδοπούλα) δεν πήρα μαζί μου σημαδούρα!
Είχα διαλέξει να πάω σε ένα συγκεκριμένο σημείο μετά την Αγία Ρούμελη, πονηρό που δεν το πιάνει το μάτι σου το οποίο όμως έχει μεγάλους σαργούς ρηχά ακριβώς στην κάθετη ακτή και λίγο πιο μέσα ακριβώς απέναντι από τα μικρά κατρακύλια έχει μια έκταση σαν ένα γήπεδο μπάσκετ περίπου που είναι γεμάτο πλάκες και ανάμεσα τους αυτή η μαύρη λασποαμμος με φύκια που είναι ιδανικός τόπος για μπαρμπούνια. Μεγάλα μπαρμπούνια όμως…
Άραξα, λοιπόν, το φουσκωτό παράλληλα με την ακτή, απέναντι από τα κατρακύλια στο τέλος προς το πέλαγος του «γηπέδου» σε μια απόσταση από την ακτή 35-40 μέτρα.
Εκεί θα ψάρευα σε ένα παραλληλόγραμμο 60 επί 40 μέτρα που ήταν ο τόπος που είχα ανακαλύψει ένα χρόνο πριν και είχα βγάλει σχεδόν πέντε κιλά μπαρμπούνια με το ψαροντούφεκο. Δεν πήρα σημαδούρα γιατί θεωρούσα πως και βάρκα ή φουσκωτό να ερχόταν ήμουν τόσο κοντά στην ακτή που αποκλείονταν να περάσει ανάμεσα στο φουσκωτό μου και την ακτή και δεν θα απομακρυνόμουν πολύ κατά μήκος ώστε να κινδυνεύσω.
Άρχισα, λοιπόν, το ψάρεμα από την ακτή όπου χτύπησα σε 1,5 μέτρο νερό τρεις καλούς σαργούς τους οποίους γύρισα στο σκάφος τους έβαλα στη λεκάνη του κινητήρα και παίρνοντας τα δυο 65αρια ψαροντούφεκα με την πεντάαινα που είχα μαζί μου, πήγα για τα μπαρμπούνια που όντως ήταν ξανά πάρα πολλά και ήρεμα! ! Πήρα δυο ψαροντούφεκα γιατί τα ψάρια ήταν τόσα πολλά, το βάθος 5-6 μέτρα και βουτούσα και με τα δυο και χτύπαγα ένα ψάρι με το ένα και ένα με το άλλο σχεδόν ταυτόχρονα (δεν λέω ψέματα, έτσι έκανα μιλάμε για 23 χρόνια πίσω)
Είχα χτυπήσει πολλά ψάρια και έκανα για τελευταία φορά τη βόλτα μπρος πίσω για να φύγω γιατί είχε πάει πια σχεδόν οκτώ η ώρα. Ο ήλιος είχε γύρει καλά, αν τον κοίταζες σε τύφλωνε και η θάλασσα στραφτάλιζε από τις πλάγιες ακτίνες του. Είχα την πλάτη μου στον ήλιο κολυμπούσα προς Αγία Ρούμελη, είχα απορροφηθεί από το ψάρεμα, δεν άκουγα, έβλεπα, σκεφτόμουν τίποτα άλλο παρά μόνο τα ψάρια, που παρά τα όσα είχα χτυπήσει ήταν πολλά και εκεί και κάνω μια βουτιά όπου πάλι χτυπάω μαζί δυο μπαρμπούνια με τα ψαροντουφεκά.
Ήμουν σε ένα βάθος έξι μέτρων ανέβαινα αργά στην επιφάνεια κρατώντας τα ψαροντούφεκα που κρέμονταν οι βέργες με τα ψάρια στην άκρη και περίπου ένα μέτρο πριν την επιφάνεια, ακούω ήχο εξωλέμβιας κοιτάω πάνω και μπροστά και βλέπω σε λιγότερο από ένα μέτρο από το κεφάλι μου μια καρίνα πλαστικής βάρκας να έρχεται κατευθείαν απάνω μου!!!!!
Ευτυχώς αντέδρασα γρήγορα, ήμουν 32 χρόνων, πολύ πιο δυνατός από τώρα και βέβαια είχα και τύχη….
Άφησα αστραπιαία τα ψαροντουφεκά, έβαλα τα χέρια μου μπροστά, έσπρωξα με δύναμη την αριστερή μεριά της βάρκας στρίβοντας ταυτόχρονα το σώμα μου αριστερά γυρνώντας την πλάτη προς το τοίχωμα της βάρκας προφυλάσσοντας το κεφάλι και τότε ένιωσα ένα καλό χτύπημα στα πλευρά και στη μέση που μου έκοψε την ανάσα, αλλά δεν έχασα τις αισθήσεις μου, ούτε βούλιαξα. Το χτύπημα ήταν από τον πλαστικό σταθεροποιητή που έβαζαν παλιά πάνω από τις προπέλες και λειτουργούσε σαν φλαπ, για να κατεβάζει την πλώρη. Είχα αποφύγει να με χτυπήσει η βάρκα στο κεφάλι η στην μπροστινή μεριά του θώρακα και της κοιλιάς όπως την έσπρωξα και έστριψα το σώμα μου αλλά σπρώχνοντας τη βάρκα να στρίψει δεξιά γύρισε στο τελείωμα της η μηχανή και με χτύπησε το πλαστικό πάνω από την προπέλα στην πλάτη
ΤΙ ΕΙΧΕ ΣΥΜΒΕΙ: Ένας από την Αγία Ρούμελη που πήγαινε να δει τα ζώα του που είχε σε ένα φαράγγι πιο πέρα, είδε το φουσκωτό, δεν είδε κανέναν απάνω, δεν έβλεπε σημαδούρα, τον είχε στραβώσει κι ο ήλιος και δεν με έβλεπε εμένα όσο ήμουν στην επιφάνεια με το αντηλάρισμα του νερού και αποφάσισε να περάσει ανάμεσα στη βάρκα και την ακτή για να δει τι γίνεται. (Λάθος βέβαια, που ήρθε να προστεθεί στα δυο δικά μου )
Ευτυχώς πήγαινε αργά, αλλά όχι και πολύ αργά… Ο άνθρωπος το κατάλαβε πως με χτύπησε, σταμάτησε βέβαια, με βοήθησε και ανέβηκα στη βάρκα του, όπου συνήλθα λίγο. Είχε σκιστεί η στολή, είχα γδαρθεί στην πλάτη, πόναγα αρκετά έως πολύ, άρχισα να σκέφτομαι έχει γούστο να έχω κάνει κάνα πνευμοθώρακα ή ρήξη σπλήνας από κάνα κάταγμα πλευρών, ψηλαφιόμουν μόνος μου στα πλευρά και στην κοιλιά, δύσπνοια δεν είχα αλλά πόναγα πολύ σε ένα πλευρό και στους παρασπονδυλικούς μύες.
Εντελή μετά από κάνα εικοσάλεπτο, συνήλθα αρκετά από το χτύπημα εγώ, από το σοκ αυτός, μπήκα στη θάλασσα, μάζεψα τα ψαροντούφεκα που έπλεαν στα μεσόνερα, ανέβηκα στο φουσκωτό μου και γύρισα στο Φραγκοκάστελλο.
Πονούσα κάμποσες μέρες μετά, έπαιρνα παυσίπονα και συνέχισα βέβαια το ψάρεμα (με παρέα πια).
Πολλές φορές έχω αναλογιστεί πως εκείνη τη μέρα για ένα – δυο δέκατα του δευτερολέπτου θα είχα πεθάνει ή θα είχα βαριά αναπηρία (είναι το δεύτερο συμβάν που έχω βιώσει έτσι).
Από τότε βέβαια, ούτε για αχινούς δεν πάω χωρίς σημαδούρα και προσπαθώ πάντα να έχω παρέα στο σκάφος τουλάχιστον, αν όχι και ζευγάρι στη βουτιά (αυτό δεν είναι πάντα εφικτό με τη ζωή που κάνω…)
Είναι επικίνδυνο σπορ το ψαροντούφεκο, γιατί μπαίνεις σε έναν άλλο κόσμο. Όμως οι εικόνες και η ικανοποίηση που σου δίνει αυτή η επαφή με το υγρό στοιχείο και τα πλάσματα της θάλασσας δεν συγκρίνονται με τίποτα. Εμένα αδειάζει το μυαλό μου, βγαίνω ξεκούραστος και όσο κι αν σας φανεί παράξενο και στην Ιατρική και στην πολιτική παρά πολλές ιδέες ή λύσεις προβλημάτων, μου έχουν έρθει σαν εκλάμψεις μέσα στη θάλασσα. Λες και δουλεύει ένα τμήμα του εγκεφάλου υποσυνείδητα πράγματα που με απασχολούν και η ικανοποίηση που νιώθω με την επαφή, με τη θάλασσα, οι ενδορφίνες που εκκρίνονται από την ικανοποίηση του ψαρέματος, να λύνουν το πρόβλημα. ….
ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΜΑΝΙΑΚΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΟΜΩΣ…
ΥΓ: Μακάρι στα 78 μου να μπορώ να πηγαίνω για ψάρεμα όπως πήγαινε ο Σήφης που ήταν άντρας απ’ τους λίγους που έβγαλε ο τόπος μας!”