Το ζήτηµα των ρυθµίσεων σε ένα βυθόµετρο, αποτελεί από µόνο του ένα µεγάλο κεφάλαιο στην λειτουργία του, αλλά και ένα εξίσου πολυσυζητηµένο θέµα στους κύκλους των φίλων που ψαρεύουν από σκάφος.
Ένα θέµα ταµπού, µια έννοια παρεξηγηµένη, µα και «µήλο της Έριδος» συνάµα, αφού πολλές συζητήσεις γίνονται πάνω σε αυτό, µε τους πάντες να εκφέρουν διαφορετικές απόψεις και γνώµες, ενώ όλοι ψάχνουν διαρκώς να βρουν το «µαγικό φίλτρο» που θα ξεδιαλύνει τα πάντα.
«Ποιες είναι οι ιδανικές ρυθµίσεις για το βυθόµετρό µου, ποιες για πιο ρηχά, ποιες για βαθύτερα, ποιες για την αγαπηµένη µου τεχνική;», είναι µερικές από τις πιο συχνές ερωτήσεις που ταλανίζουν το χειριστή ενός βυθοµέτρου. Ας αναλύσουµε καταρχήν όµως, γιατί ένα βυθόµετρο να έχει µια τόσο µεγάλη γκάµα από ρυθµίσεις διασκορπισµένες µέσα σε πολύπλοκα, «δαιδαλώδη» µενού, και τελικά να µας γίνεται πονοκέφαλος (ειδικά για τους ψαράδες µεγαλύτερης ηλικίας, οι οποίοι δεν έχουν και τόσο φιλική σχέση µε τα ηλεκτρονικά).
Το βυθόµετρο είναι µια συσκευή ηχοβολισµού που δεν έχει φτιαχτεί για ένα συγκεκριµένο χειριστή, αλλά ούτε και για να ανιχνεύσει ένα συγκεκριµένο στόχο. Οι κατασκευάστριες εταιρείες βυθοµέτρων απευθύνονται σε ένα ευρύ κοινό, το οποίο διαφέρει γεωγραφικά µιας και σε όλο τον κόσµο χρησιµοποιούν πια βυθόµετρα για την ανίχνευση των ψαριών.
Επίσης τα βυθόµετρα έχουν ένα µεγάλο εύρος δυνατοτήτων ανίχνευσης, από τα ρηχά µέχρι τα βαθειά, αλλά µπορούν επίσης να ανιχνεύσουν πλειάδα στόχων, από τον ελάχιστο, µέχρι τον πολύ µεγάλο και ογκώδη. Τέλος, η «γλώσσα» που µας µιλάει το
βυθόµετρο είναι η οπτική πληροφορία, και η αντίληψη αυτής διαφέρει από άτοµο σε άτοµο. Όλα τα παραπάνω κάνουν το βυθόµετρο να δέχεται µεγάλη παραµετροποίηση για να είναι χρηστικό εργαλείο, µε στόχο να µας δώσει την καλύτερη δυνατή πληροφορία. Προσωπικά δίνω πολύ σηµασία στο σετάρισµα κάθε συσκευής και για αυτό το κατατάσσω στους τέσσερις «πυλώνες» επίτευξης του στόχου, δηλαδή της ανίχνευσης των ψαριών, οι οποίοι είναι:
α) Σωστή επιλογή συσκευής βάσει χαρακτηριστικών
β) Σωστή επιλογή και εγκατάσταση αισθητήρα
γ) Σωστή παραµετροποίηση βυθοµέτρου
δ) Εκµάθηση της λειτουργίας και του χειρισµού του
Για µένα στάνταρντ ρυθµίσεις δεν υπάρχουν, γιατί αν υπήρχαν θα ήταν το µηχάνηµα έτοιµο, απευθείας από τον κατασκευαστή, και δε θα υπήρχε λόγος πειράξουµε κάτι. Οι ρυθµίσεις ενός βυθοµέτρου χωρίζονται σε τρεις διαφορετικές κατηγορίες:
α) Στις γεωγραφικές, που προσαρµόζουν την συσκευή στην περιοχή όπου επιχειρούµε να ψαρέψουµε
β) Στις ρυθµίσεις βάσει τεχνικής (αυτός είναι και ο λόγος που όταν ρυθµίζω βυθόµετρα φίλων τηλεφωνικώς, συζητάµε πρώτα για το ψάρεµα και το βάθος που επιχειρεί να ψαρέψει ο καθένας) και,
γ) Στις προσωπικές ρυθµίσεις, οι οποίες προσαρµόζονται αναλόγως µε το χαρακτήρα κάθε χειριστή!
Επίσης σε ένα βυθόµετρο υπάρχουν άλλες δυο κατηγορίες ρυθµίσεων, µε βάση το χρόνο και τη συχνότητα που πραγµατοποιούνται: οι πάγιες, αυτές δηλαδή που γίνονται εφάπαξ και δεν ξαναεπαναλαµβάνονται, και οι µεταβλητές, αυτές που ο χειριστής πρέπει να αλλάζει σύµφωνα µε το τι θέλει να εντοπίσει, ώστε να πάρει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσµα!
Με λίγα λόγια, αλλιώς θα ρυθµίσουµε ένα µηχάνηµα για ψάρεµα µε τεχνικές vertical, όπως πχ. jigging στα 30-60 µέτρα µε ένα αισθητήρα 600 W σε ένα σκάφος µήκους 5 µέτρων, και αλλιώς θα παραµετροποιήσουµε ένα µηχάνηµα για ψάρεµα µπαλάδων µε αισθητήρα 1KW σε ένα 8µετρο σκάφος.
Το πακέτο των ρυθµίσεων που θα δεχτεί το µηχάνηµά µας για να αποδώσει τα µέγιστα δεν είναι πάγιο, ενώ και η δική µας γνώση για το πως και το γιατί, αποτελεί προαπαιτούµενο για την έγκαιρη και έγκυρη επέµβασή µας όποτε καταστεί ανάγκη! Ένας καλός χειριστής ο οποίος ξέρει να «ρεγουλάρει» το µηχάνηµά του σωστά, είναι φυσικό να γνωρίζει καλά τις αρχές λειτουργίας των ηχοβολιστικών συσκευών και το µενού του δικού του βυθοµέτρου, δηλαδή να ξέρει ποια ρύθµιση πρέπει να πειράξει τη δεδοµένη στιγµή, αλλά και που ακριβώς βρίσκεται στο µενού της συσκευής, ώστε και να µη σπαταλήσει πολύτιµο χρόνο µέχρι να την εντοπίσει. Ο κάθε ιδιοκτήτης-χειριστής βυθοµέτρου, πρέπει να εκπαιδεύεται πάνω στο χειρισµό της συσκευής του από την εκάστοτε εταιρεία, ή αν αυτό δεν είναι εφικτό, από τα εγχειρίδια χρήσης που συνοδεύουν τη συσκευή.
Τέλος, θα ήθελα να επισηµάνω ότι όσο σηµαντική είναι η ρύθµιση ενός βυθοµέτρου, εξίσου σηµαντική είναι και η επιλογή και η εγκατάσταση του αισθητήρα µας, µιας και αυτός θα παίξει το ρόλο της κεραίας, η οποία για να µας δώσει σωστή πληροφορία του στόχου, πρέπει και να «κοιτά» προς αυτόν. Μη φοβάστε να δοκιµάσετε αλλαγές σε κάποιες ρυθµίσεις του βυθοµέτρου σας αν δε σας ικανοποιούν, αρκεί να το κάνετε συνειδητά.
Αυτό που συµβουλεύω πάντα, είναι να µπείτε µια µέρα στη θάλασσα χωρίς αλιευτικά εργαλεία, µόνο και µόνο για να «παίξετε» µε το βυθόµετρό σας, να πειραµατιστείτε, να κάνετε λάθος, να ξαναπαναφέρετε τις εργοστασιακές ρυθµίσεις, και να το ξαναρυθµίσετε «εκ του µηδενός» µέχρι να βρείτε τις ιδανικές για εσάς.
Αφιερώστε χρόνο στο βυθόµετρό σας, είναι ο µόνος τρόπος να γίνετε φίλοι µε τη συσκευή αυτή! Με αυτόν τον τρόπο, όταν χρειαστείτε οτιδήποτε πάνω στο άγχος του ψαρέµατος, θα ξέρετε που ακριβώς είναι και τι κάνει, όπως επίσης και πως θα επέµβετε για να «αναγκάσετε» το βυθόµετρό σας να σας αποκαλύψει τα πάντα. Σα να λέµε δηλαδή «ρύθµιση στην κόψη του ξυραφιού»!