Ίσως η πιο παρεξηγηµένη τεχνική ψαρέµατος, παρότι έχει αποδειχθεί ότι είναι από τις πλέον αποδοτικές. Έτσι, µπορούµε να δούµε ψαράδες που θα δουλέψουν σιλικόνη σε κάθε ψάρεµα και άλλους, απογοητευµένους από την τεχνική.
«Το ψάρεµα µε σιλικόνες δεν χρειάζεται ιδιαίτερη τέχνη», «δεν απαιτεί εξειδικευµένο εξοπλισµό», «στους τόπους µου δεν δουλεύει», είναι αυτά που συνήθως ακούω ή διαβάζω για τα σιλικονούχα τεχνητά. Ας πάρουµε, όµως, τα πράγµατα µε τη σειρά.
Εκτός από τα σιλικονούχα ψαράκια για τα οποία θα µιλήσουµε, στην αγορά υπάρχουν και σιλικόνες που προσοµοιάζουν καταπληκτικά σε χταπόδι, σουπιά, καλαµάρι, ή ακόµα σε µουγκρί και χέλι, τα οποία έχουν διαφορετική συµπεριφορά και σχήµα από αυτά του ψαριού.
Τι ακριβώς είναι ένα σιλικονούχο ψαράκι;
Το τεχνητό µας αποτελείται από δύο κοµµάτια:
• Το ένα είναι η µολυβοκεφαλή, που µοιάζει µε κεφάλι ψαριού και το βρίσκουµε σε διαφορετικά γραµµάρια και χρώµατα. Η µολυβοκεφαλή είναι αυτή που θα δώσει το απαιτούµενο βάρος στη σιλικόνη για να κατέβει στο βυθό. Θα την βρούµε σε διαφορετικά γραµµάρια, αλλά το βάρος που µας ενδιαφέρει για το ψάρεµα από το σκάφος είναι από 90 έως 150 γραµµάρια.
• Το δεύτερο τµήµα είναι ένα σιλικονούχο σώµα ψαριού, που προσαρµόζεται στη µολυβοκεφαλή εύκολα. Είναι σχεδιασµένο κατά τέτοιο τρόπο, ώστε κυρίως η ουρά του, µε σχήµα σαν «πέλµα» ή «τακούνι», όπως συνηθίζουµε να λέµε, να δίνει µία αληθοφανή πλεύση στο τεχνητό.
Το αρµάτωµα της µολυβοκεφαλής
Κάθε εταιρεία έχει τα δικά της αγκίστρια. Το πίσω µέρος των αγκιστριών (στέλεχος ή κορµός) προσαρµόζεται σε ένα µεταλλικό γαντζάκι που φέρει η µολυβοκεφαλή, ενώ το αρπάδι τους βγαίνει περίπου στο κέντρο της σιλικόνης.
Κύρια χαρακτηριστικά τους το µεγάλο µεγέθος και το ευρύ τους άνοιγµα («νούλα»), το πολύ χαµηλό βάρος και το λεπτό τους στέλεχος (συνεισφέρουν σε διακριτικότητα και δεν αλλοιώνουν τις πλεύσεις), αλλά και η αξιοσηµείωτη αντοχή και δύναµή τους.
Στην τελική παρουσίαση του τεχνητού, προσθέτουµε ένα ακόµα αγκίστρι που καταλήγει στο πέλµα της ουράς ή λίγο πριν από αυτό, το λεγόµενο και «κλέφτη». Το νούµερο είναι από 1/0 έως 3/0, ανάλογα µε την εταιρεία κατασκευής. Κύριο ζητούµενο είναι να βάλουµε ένα λεπτό αγκίστρι, ώστε για να µη δηµιουργεί φθορές στο σώµα της σιλικόνης, αλλά παράλληλα τόσο ισχυρό και διατρητικό, που να µπορεί να αντέξει την πίεση από τα µεγάλα µαύρα. Τα αγκίστρια που προορίζονται για slow jigging, έχουν αυτές τις προδιαγραφές.
Η αρµατωσιά και τα περιφερειακά υλικά
Επάνω στη µολυβοκεφαλή και συγκεκριµένα εµπρός, στο ρύγχος, υπάρχει ενσωµατωµένος ένας κρίκος. Εκεί θα δέσουµε την πετονιά µας. Αρκετοί ψαράδες δουλεύουν στριφτοπαραµάνα, άλλοι βάζουν spilt ring και solid ring για να δέσουν.
Προσωπικά, προτιµώ να δένω κατευθείαν πάνω στον κρίκο της µολυβοκεφαλής, γιατί είµαι της λογικής ότι όσο λιγότερα µεταλλικά εξαρτήµατα βάζουµε, τόσο περιορίζουµε τα ευαίσθητα σηµεία στο σετάρισµα, τα οποία πιθανόν να µας προδώσουν όταν φτάσουν στα όριά τους. Ο καλύτερος κόµπος, είναι αυτός που γνωρίζουµε να τον κάνουµε σωστά.
Απαραίτητο είναι να συνεχίσουµε µε τουλάχιστον 10 τσακιστές πάνω από τον κόµπο, οι οποίες θα δουλέψουν σαν ελατήριο και θα απορροφήσουν µέρος από το πρώτο σοκ στο χτύπηµα του ψαριού.
Ένα µακρύ παράµαλλο, τουλάχιστον 6 µέτρα, θα βοηθήσει και αυτό στο πρώτο σοκ, εξαιτίας της ελαστικότητάς του που θα του επιτρέψει να επιµηκυνθεί, αλλά θα µας προσφέρει και επιπλέον προστασία σε περίπτωση επαφής µε τα βράχια, σε σχέση, πάντα, µε το νήµα, το οποίο έχει ελάχιστη επιµήκυνση και µηδενικές αντοχές στις τριβές µε τις οποιεσδήποτε ανωµαλίες του βυθού.
Η διάµετρος του παράµαλλου κυµαίνεται µεταξύ 0.52 και 0.62mm, αρκετό για να µας βγάλει οποιοδήποτε ψάρι και να µην εµποδίζει τη σιλικόνη στην πλεύση της. Στο νήµα, η διάµετρος θα είναι από 0.22 (PE2) έως 0.29mm (PE3), µε προτίµηση στο PE3, γιατί µας δίνει µία αντοχή τουλάχιστον 15 κιλά.
Σε ποια ψάρια στοχεύουµε;
Όλα τα αξιόλογα ψάρια µπορούν να χτυπήσουν σε ένα σιλικονούχο ψαράκι. Κυρίως όµως στοχεύουµε σε ψάρια που κινούνται κοντά στο βυθό.
Πρώτος στόχος µας, είναι όλα τα µαύρα ψάρια κάθε µεγέθους, γι’ αυτό και αρµατώνουµε το σετ µας µε τέτοιο τρόπο, ώστε να έχουµε µεγάλες αντοχές σε όλα τα σηµεία του.
∆εύτερος στόχος µας, είναι όλα τα κόκκινα, τα οποία πολλές φορές µπορεί να ακολουθήσουν τη σιλικόνη αρκετά µέτρα πάνω από το βυθό.
Τέλος, τα µεγάλα πελαγικά, που τις περισσότερες φορές θα χτυπήσουν στην κάθοδο της σιλικόνης προς το βυθό.
Εξοπλισµός
Βυθόµετρο:Το ψάρεµά µας γίνεται συνήθως σε ρηχά νερά και κυρίως στη ζώνη από 45 έως 85 µέτρα, οπότε µπορούµε να έχουµε επιτυχίες ακόµα και µε ένα απλό βυθόµετρο. Όσο καλύτερα γνωρίζουµε το βυθόµετρό µας, τόσο θα µας διευκολύνει στην αναγνώριση βυθού και στόχων που κινούνται κοντά σε αυτόν. Τα βυθόµετρα νέας τεχνολογίας θα µας βοηθήσουν να δούµε στόχους µέσα σε κοπάδι µικρότερων ψαριών, θα µας δείξουν καλύτερα τη σύσταση βυθού, ακόµα και ένα ψάρι που ακουµπά σε µία πέτρα πάνω στο βυθό.
Το ψάρεµα µε σιλικόνες απαιτεί εµπειρία στις λειτουργίες, τα µενού και την ανάγνωση του βυθοµέτρου, αφού ο χειριστής του πρέπει να είναι σε θέση να υποψιαστεί ένα ψάρι χωρίς να το δει. Τα µαυρόψαρα βρίσκονται σε τρύπες βράχων, κάτω από πλάκες, ή καρτερεύουν µπροστά από µία σπηλιά. Εµείς θα καταλάβουµε την ύπαρξή τους από τα µικρόψαρα που µαζεύονται δίπλα τους, καθώς αυτά θα φανούν καθαρά στο βυθόµετρο, ενώ το κατέβασµα µιας σιλικόνης θα κάνει τα µεγάλα ψάρια να βγουν για να επεξεργαστούν τον απρόσκλητο επισκέπτη.
Καλάµι – Μηχανισµός: ∆εν υπάρχει τεχνική που να µην θέλει τέχνη και σωστό εξοπλισµό. Το ψάρεµα µε σιλικόνες δεν απαιτεί να ξοδέψουµε πολλά χρήµατα σε εξοπλισµό, αλλά αυτό δεν σηµαίνει ότι όποιο καλάµι έχουµε ή το πρώτο που θα αγοράσουµε, είναι το σωστό καλάµι για το συγκεκριµένο ψάρεµα.
Αυτό που θέλω από το καλάµι µου, είναι να έχει γρήγορη δράση κορυφής, δηλαδή η κορυφή του να είναι νευρική, αλλά ταυτόχρονα να διαθέτει και µεγάλη ευαισθησία, ώστε να µας δίνει πληροφορίες για την κίνηση της σιλικόνης και τα σηµεία όπου αυτή συναντά ρεύµατα στο νερό.
Επίσης, θέλουµε να µπορεί να απορροφήσει το πρώτο σοκ στο strike και στη µάχη µε το ψάρι να δουλεύει όλο το στέλεχος µε δύναµη επαναφοράς, ώστε να µην δίνει την ευκαιρία στις µεγάλες σφυρίδες και τους ροφούς να βραχώσουν.
Στο µηχανισµό θέλουµε µια ανάκτηση γύρω στα 75 εκατοστά, µε µέτρια σχέση µετάδοσης, για να µπορούµε και να παίξουµε νευρικά τη σιλικόνη, χωρίς να αποµακρυνθεί γρήγορα από το βυθό, αλλά και για να έχουµε εύκολη ανάκτηση από τη στιγµή που θα χτυπήσει ψάρι. Ένας γρήγορος µηχανισµός, θα µας αποµακρύνει άµεσα το τεχνητό από το πεδίο δράσης και θα µας δυσκολέψει πολύ στην ανάκτηση. Επίσης, χρειαζόµαστε τα δυνατά και γραµµικά φρένα, γιατί το πρώτο φευγιό του ψαριού είναι το πιο σηµαντικό και θα κρίνει την έκβαση της µάχης.
Το ψάρεµα
Ξεκινώντας το ψάρεµα, θα πρέπει να έχουµε µαζί µας σιλικόνες σε διαφορετικά χρώµατα, µήκος και βάρος, ώστε να διαθέτουµε επιλογές στις συνθήκες που θα βρούµε στον ψαρότοπο.
Ας υποθέσουµε, πχ., ότι βρίσκουµε ψάρια στα 50 µέτρα. Μιά σιλικόνη µε µολυβοκεφαλή 150gr., θα φύγει σα σφαίρα προς τα κάτω και θα χτυπήσει στο βυθό µε το κεφάλι. Τίποτα το φυσικό, τίποτα το αληθοφανές. Σε αυτά τα µέτρα, αν στην ίδια σιλικόνη βάλουµε 90gr. µολυβοκεφαλή και κάτω το ρεύµα είναι ποτάµι, θα πατώσει 100 µέτρα µακριά µας. Έτσι, πρέπει να δώσουµε ιδιαίτερη προσοχή στο σωστό µέγεθος και βάρος του τεχνητού, ανάλογα µε τις συνθήκες που ψαρεύουµε.
Η σιλικόνη δεν πρέπει να κατεβαίνει άχαρα προς το βυθό.
Το πέλµα της ουράς βοηθά να κινηθεί όλο το σώµα και φτάνοντας στο βυθό θα παρατηρήσουµε ότι κόβει ταχύτητα, συναντώντας τα ρεύµατα του βυθού. Με το σωστό σετάρισµα, στο σηµείο αυτό που είναι και το πεδίο δράσης των ψαριών, αν ελέγχουµε την ταχύτητα που κολυµπάει, θα συµπεριφερθεί σαν αληθινό ψαράκι, φυσικά πάντα µε τη βοήθειά µας.
Ένα µικρό σταµάτηµα, θα την κάνει να αλλάξει πορεία ή να κολυµπήσει κάνοντας ένα κύκλο, παρασυρόµενη ελεγχόµενα από τα ρεύµατα. Αν δεν σηκωθεί κάποιο ψάρι και δεν πάρουµε χτύπηµα, αφήνουµε λίγα µέτρα ακόµα, ώστε να ακουµπήσει απαλά στο βυθό.
Η πρώτη ανάκτηση είναι απότοµη, νευρική σαν κάρφωµα, αφενός για την περίπτωση που το ψάρι περιµένει µε το στόµα ανοικτό, αφετέρου για να δουν τα ψάρια ότι το µικρό ψαράκι που βρέθηκε σε λάθος χρόνο, στο λάθος τόπο, εκεί όπου αυτά κυνηγούν, προσπαθεί να αποµακρυνθεί γρήγορα. Στη συνέχεια, η ανάκτηση θα πρέπει να είναι ήρεµη, µε µικρές στάσεις ή ελαφρά τινάγµατα που θα την κάνουν να αλλάζει κατεύθυνση.
Αν έχουµε να κάνουµε µε ροφό η σφυρίδα, µία στάση λίγων δευτερολέπτων µερικά µέτρα πάνω από το βυθό, αξίζει τον κόπο. Στις στήρες και τα κόκκινα ψάρια, δεν σταµατάµε, αλλά συνεχίζουµε µε λίγο πιο νευρική κίνηση, αρκετά µέτρα πάνω από το βυθό.
Την κίνηση της σιλικόνης θα την αντιληφθούν και ψάρια έξω από το πεδίο στο οποίο είναι ορατή, που θα σπεύσουν να ερευνήσουν παρακινηµένα από αίσθηµα χωροκράτειας. Γι’ αυτό επιµένουµε να κατέβουµε 6 µε 7 φορές στο σηµείο που ψαρεύουµε και ας µην έχουµε δει ψάρια.
Αν δούµε ψάρια και δεν χτυπάνε, δεν επιµένουµε πάνω από 4 µε 5 κατεβάσµατα, αλλά φεύγουµε για να µην τα πονηρέψουµε. Εξαίρεση, όταν από το πουθενά εµφανιστεί σφυρίδα και δούµε ότι δείχνει ενδιαφέρον. Σε αυτήν την περίπτωση, µπορούµε να παίξουµε µε το ψάρι χωρίς να το αφήνουµε να πλησιάζει τη σιλικόνη, αλλά εδώ χρειάζεται τεράστια εµπειρία, τόσο στο ψάρεµα, όσο και στην παρακολούθηση του βυθόµετρου.
Πολλές φορές, θα τύχει να δούµε µαγιάτικα να εµφανίζονται, για να επεξεργαστούν το τεχνητό.
Σπάνια θα χτυπήσει πελαγικό ψάρι κοντά στο βυθό και ο λόγος είναι η αργή ταχύτητα που κινείται η σιλικόνη, αφού τα συγκεκριµένα ψάρια έχουν χρόνο στη διάθεσή τους για να παρακολουθήσουν τη συµπεριφορά του τεχνητού και ξέρουν πως όταν πλησιάζουν ένα ψάρι-υποψήφιο θήραµα, αυτό αποµακρύνεται γρήγορα.
Σε αντίθετη περίπτωση, κάτι δεν πάει καλά, οπότε και είναι πολύ επιφυλακτικά. Όταν αφήνουµε το τεχνητό προς το βυθό ή όταν µαζεύουµε γρήγορα προς την επιφάνεια, µπορεί να πάρουµε χτύπηµα από οποιοδήποτε πελαγικό ψάρι, εξαιτίας της ταχύτητας µε την οποία κινείται η σιλικόνη.
Από τη στιγµή που θα χτυπήσουν ψάρια όπως οι στήρες, οι συναγρίδες, τα φαγκριά και τα τσαούσια, δεν έχουµε πρόβληµα. Τα εργαλεία µας έχουν µεγάλες αντοχές, οπότε εύκολα θα ανεβάσουµε το ψάρι στη βάρκα. Το πρόβληµα είναι µε το ροφό και τη σφυρίδα.
Τέσσερα (4) κιλά φρένα µπορούν να τα σταµατήσουν, αφού πρώτα µας πάρουν λίγα µέτρα. Το σοκ στο strike από αυτά τα ψάρια, ειδικά αν είναι πάνω από 10 κιλά, είναι πολύ ισχυρό. Tα φρένα πολλαπλασιάζονται από την ορµή και το βάρος του ψαριού, που θα βάλουν σε δοκιµασία τα εργαλεία µας.
Γι’ αυτό το λόγο, τα φρένα καλό θα είναι να βρίσκονται στο 1/3 από το όριο αντοχής του σετ µας. Αν καταφέρουµε και πάρουµε λίγα µέτρα από το βυθό, έχουµε κερδίσει τη µισή µάχη. Από εκεί και µετά, ήρεµα και µε σταθερή ανάκτηση, χωρίς να αφήνουµε ποτέ µπόσικα και χωρίς να γινόµαστε νευρικοί ή να νευριάζουµε το ψάρι, το φέρνουµε προς τη βάρκα µας.
Μερικές επισηµάνσεις
• Από τη στιγµή που θα βρούµε έναν τόπο µε στήρες, για παράδειγµα, οι οποίες είναι επιθετικά ψάρια, δεν κοιτάµε να πάρουµε 10 στήρες σε δύο ηµέρες. Φροντίζουµε να διαχειριστούµε µε σύνεση τον τόπο και να παίρνουµε από µία στήρα για πολλά χρόνια.
• Το ροφό τον αποφεύγουµε. Οι πιθανότητες να τον χάσουµε είναι αρκετές. Το κυριότερο, όµως, είναι πως όταν πάρουµε το µεγάλο ροφό, σίγουρα θα χαλάσουµε τον ψαρότοπο.
• Αναφορικά µε την άποψη ότι «δεν δουλεύει η σιλικόνη». Ναι, αν στον ψαρότοπο έχουν ψαρέψει δεκάδες φορές, δεκάδες ψαράδες, ακόµα και να υπάρχουν ψάρια, την έχουν µάθει.
• Σχετικά µε το χρώµα του τεχνητού στα ρηχά: Κοιτάµε τι βυθό έχουµε και προσαρµόζουµε το χρώµα. Για παράδειγµα, σε βραχώδεις τόπους που υπάρχουν γύλοι, χρησιµοποιούµε χρώµα γύλου, σε τραγάνα και βούρκο, όπου έχει λυθρινάκια, κόκκινο χρώµα κλπ.
• Από τα 120 µέτρα και κάτω, το χρώµα δεν παίζει ιδιαίτερο ρόλο.
• Η σιλικόνη δουλεύει τη νύχτα; Ναι, λίγες µέρες πριν την πανσέληνο και πάνω στη νέα σελήνη.
• Έχουµε πολλά σκαλώµατα µε τις σιλικόνες; Όχι, αν γνωρίζει κάποιος τους τόπους ή τους έχει ψαρέψει µε άλλη τεχνική. Αν δεν γνωρίζεις τον τόπο, θα υπάρχουν σκαλώµατα, όπως θα υπήρχαν αν ψαρεύαµε µε ζόγκα ή πλάνους.
• Οι φθορές των τεχνητών, εντοπίζονται κυρίως στα σώµατα. Πρώτα από τα λαγόψαρα που είναι µάστιγα, αλλά και από µικρόψαρα, όπως σκαρµούς, δράκαινες, σκαθάρια, τα οποία δαγκώνουν και κόβουν κοµµάτι από το πέλµα της ουράς, χαλώντας την πλεύση της.
• Ο καλοκαιρινός ήλιος µπορεί να προκαλέσει φθορά στη σιλικόνη, οπότε φροντίζουµε να τις έχουµε τακτοποιήσει µε προσοχή, χωρίς το αγκίστρι της µιας να τρυπάει το σώµα της άλλης. Στο εµπόριο υπάρχουν ειδικές θήκες για τη σωστή αποθήκευση των τεχνητών µας.
Εµπιστευθείτε τις σιλικόνες, αξίζει να υπάρχουν στον ψαρευτικό σας εξοπλισµό και θα είναι πολλές οι φορές που θα κλέψουν την παράσταση στο ψάρεµά σας!