Ο φύλακας στα βαθιά νερά, είναι µια τεχνική εύκολα προσαρµόσιµη σε όποιο βάθος επιλέξουµε να ψαρέψουµε. Στην κατάσταση και διαµόρφωση του βυθού (ντέµατα, απότοµες αυξοµειώσεις) και τις εκάστοτε επικρατούσες συνθήκες (ρέµατα, διαύγεια, συνθήκες φωτός).
Οι πάσης φύσης ιδιαιτερότητες σχετίζονται άµεσα µε το-σχετικά-µεγάλο βάθος, και καθιστούν την τεχνική αρκετά εξειδικευµένη σε ότι έχει να κάνει µε την αναγνώριση στόχων στο βυθόµετρο, την ερµηνεία των ρεµάτων κ.λπ. Οι ιδιαιτερότητες αυτές επιβάλλουν µια πιο λεπτοµερή προσέγγιση. Και κάνουν απόλυτα αναγκαίο τον εξοπλισµό πολύ καλής ποιότητας. Είναι φανερό ότι στα βαθιά (120+ µέτρα) µπορούµε να βρούµε πολύ µεγάλα και δυνατά θηράµατα κάθε είδους, όπως µαγιάτικα, βλαχοσφυρίδες, βλάχους, τσαούσια, φαγκριά, συναγρίδες, τόνους και άλλα.
Ας ρίξουµε µια µατιά στο πως φτιάχνουµε την αρµατωσιά µας και µε ποια ταχύτητα µπορούµε να έχουµε άριστα αποτελέσµατα. Αυτό που δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάµε, είναι ότι δουλεύουµε πάνω σε µια τεχνική η οποία στηρίζεται κατά 90% στην ενέδρα και κατά 10% στην τύχη. Πρέπει λοιπόν να χρησιµοποιήσουµε ένα νήµα τουλάχιστον 50 λιµπρών, συνοδευµένο µε πετονιά fluorocarbon διαµέτρου 0,60-0,70 χιλιοστά, και τα δύο αρίστης ποιότητας, ώστε να είναι ικανά να ανταπεξέλθουν σε οποιοδήποτε θήραµα. Τα µολύβια-και θα δούµε στη συνέχεια το γιατί-δεν πρέπει να ξεπερνούν σε βάρος τα 350 γραµµάρια.
Σε ότι αφορά στην αρµατωσιά µας, αρκεί ένα παράµαλλο µήκους 1,2 µέτρων για το µολύβι φύλακα, ενώ το παράµαλλο του δολώµατός µας κυµαίνεται σε µήκη από 3 έως 6 µέτρα, µε τα τελευταία 50 εκατοστά διπλαρωµένα, για να µπορεί να δουλευτεί άνετα και να παρέχει ασφάλεια ακόµα και κάτω από δυνατές γνάθους και οδοντοστοιχίες. Τα αγκίστρια φροντίζουµε να είναι καλής ποιότητας, µεγέθους 4/0-6/0. Το µήκος του παράµαλλου και το είδος του δολώµατος που θα συνοδεύει το αγκίστρι (ή τα αγκίστρια), σχετίζονται στενά µε την οµαλή ή µη διαµόρφωση του βυθού. Σε ότι αφορά στην ταχύτητα, τα 0,4-0,8 knots αφήνουν περιθώριο στο δόλωµα µας να κινηθεί πολύ φυσικά, σα να ήταν ελεύθερο.
Έτσι, δεν «πουσάρουµε» το καλάµι µας αγγίζοντας τα όρια της ευαισθησίας του. Στη συγκεκριµένη τεχνική, δεν είναι απαραίτητο να βάλουµε στριφτάρι στην ένωση της πετονιάς µε το νήµα, από την στιγµή που έχουµε να κάνουµε µε ζωντανά δολώµατα. Μπορούµε όµως να φτιάξουµε µια θηλιά στο µάτισµα της πετονιάς µε το νήµα και να κρεµάσουµε το φύλακα επάνω. Για να ελαχιστοποιήσουµε τα χασίµατα βαριδιών εξαιτίας της µειωµένης διαµέτρου του παράµαλλου που τα συγκρατεί (πετονιά διαµέτρου 0,35-0,40 χιλιοστών). Περνούµε το παράµαλλο του φύλακα, το διπλώνουµε στους 40-50 πόντους και δένουµε το µολύβι µας.
Έτσι, κερδίζουµε σε ασφάλεια και ελαχιστοποιούµε τα κοψίµατα των µολυβιών, τα οποία αρκετά συχνά έρχονται σε επαφή µε τον πυθµένα της θάλασσας. Αυτή ήταν µια εισαγωγική, συνοπτική µάτια στην τεχνική ψαρέµατος µε µολύβι φύλακα σε βαθιά νερά.
Ρέµατα & τρόπος περάσµατος
Στη συγκεκριµένη τεχνική, ο τρόπος περάσµατος µε τα καλύτερα αποτελέσµατα, είναι αφού διαλέξουµε τον τόπο, να τον ψάξουµε σπιθαµή προς σπιθαµή µε το βυθόµετρό µας. Για να καταλάβουµε τη φορά και την ένταση των ρεµάτων που επικρατούν. Μετά από πολλές ώρες ενασχόλησης µε την συγκεκριµένη τεχνική, έχει παρατηρηθεί ότι σε εποχή αναπαραγωγής τα ψάρια είναι αρκετά επιφυλακτικά. Όποιο και αν είναι το δόλωµά µας. Κάνοντας µια σωστή ερµηνεία και προσέγγιση των ρεµάτων, µπορούµε να αλλάξουµε τους κανόνες. Πηγαίνοντας µε το ρέµα και όχι κόντρα σε αυτό, αλλάζει η πλεύση του δολώµατός µας, γίνεται ακόµα πιο φυσική.
Μοιάζει σαν αυτό να κυκλοφορεί ελεύθερο στο φυσικό του περιβάλλον, αυξάνοντας την περιέργεια του θηρευτή και δηµιουργώντας του εµπιστοσύνη να τραφεί. Με αυτόν τον τρόπο, έχει παρατηρηθεί ότι τα µεγάλα ψάρια γίνονται πολύ πιο επιθετικά και έτσι µπορούµε να αυξήσουµε τα ποσοστά της επιτυχίας µας σε ποσοστό 70-80%. Αν πηγαίνουµε κόντρα στο ρέµα, ο θηρευτής γίνεται επιφυλακτικός. Αφού αντιλαµβάνεται ότι πρόκειται για δόλωµα αιχµαλωτισµένο και προφανώς επικίνδυνο. Με αποτέλεσµα να έχουµε µικρότερες επιτυχίες. Φυσικά, για να εξοικειωθούµε µε το πέρασµα κατά τη φορά του ρέµατος. Απαιτείται χρόνος και συνεχής επαφή µε το αντικείµενο ΦΥΛΑΚΑΣ ΣΤΑ ΒΑΘΙΑ ΝΕΡΑ.
Μολύβι
Το µολύβι των 350 γραµµαρίων που προαναφέραµε, ίσως και λίγο µικρότερο, µας δίνει τη δυνατότητα να αισθανόµαστε την παραµικρή αντίδραση του δολώµατος επάνω στο καλάµι µας. Όταν έρχεται σε οπτική επαφή µε κάποιο θηρευτή. Όταν κάνουµε έναν πρόχειρο υπολογισµό της αντίστασης (πχ. µολύβι φύλακας 350 γραµµάρια, 150 γραµµάρια (ένα αξιόλογο δόλωµα), 120 µέτρα το νήµα µας), συνυπολογίσουµε την επίδραση του ρέµατος και το σκαµπανέβασµα του σκάφους. Σηµαίνει ότι έχουµε εκµεταλλευτεί σχεδόν στο µέγιστο την παραβολικότητα της µύτης του καλαµιού… Φυσικά, διαλέγουµε µολύβια σε σχήµα υδροδυναµικό για να µπορούµε να αποφύγουµε όσο το δυνατόν τα ρέµατα του τόπου.
Στο βυθόµετρο 1
Ένα δυνατό όπλο για το ψάρεµα στην πιο βαθιά ζώνη, είναι η γνώση του χειρισµού του fish finder . Στο επάνω µέρος της εικόνας διακρίνουµε τα θαλάσσια ρέµατα που απλώνονται µέχρι τα 60 µέτρα (έντονοι χρωµατισµοί) . Το βάθος κάτω από το σκάφος είναι 119 µέτρα και η θερµοκρασία επιφανείας 18ο C. Η ταχύτητα του σκάφους 0,3 κόµβοι και η τάση τροφοδοσίας 14,2 V. Oι γραµµές που ανεβοκατεβαίνουν κάτω αριστερά, είναι ένα κοπάδι µε µεγάλα µαγιάτικα. Η γραµµή που ανεβαίνει προς τα πάνω είναι το πιασµένο ψάρι στο δρόµο για την επιφάνεια , η µπλε γραµµή. Η οποία διαγράφεται παράλληλα µε το ψάρι είναι το µολύβι από την αρµατωσιά της συρτής.
Η εικόνα είναι τόσο καλογραµµένη, ώστε θα µπορούσαµε να µετρήσουµε µε ακρίβεια και την απόσταση του παράµαλλου (από το µολύβι ως τα αγκίστρια). Εννοείται ότι, για να γίνουµε θεατές παρόµοιων εικόνων στο βυθόµετρό µας. Πρέπει το strike αλλά και το ανέβασµα του θηράµατος να γίνουν µέσα στον κώνο σήµατος. Κάτι που δε συµβαίνει συνέχεια. Έτσι, θα παρατηρήσουµε ότι το ψάρι χάνεται στα 60 µέτρα. Γιατί απλά βγαίνει από το «οπτικό πεδίο» του αισθητήρα. Με λίγο πιο προσεκτική µατιά όµως, θα παρατηρήσουµε ότι ξαναµπαίνει στον κώνο. Μετά από λίγο και φαίνεται πολύ καλά στο A-scope, στα 56 µέτρα.
Στο βυθόµετρο 2
Όταν αφήσουµε τη ρηχή ζώνη και δοκιµάσουµε να ψαρέψουµε βαθύτερα, οι εκπλήξεις θα είναι σίγουρα πολλές και µεγάλες. Βασικές προϋποθέσεις η καλή γνώση του τόπου, των συνθηκών, της τακτικής και τεχνικής που θα ακολουθήσουµε αλλά και η καλή γνώση του βυθοµέτρου, µιας και αυτό θα µας αποκαλύψει τα ψάρια της περιοχής. Στην πιο πάνω εικόνα, ένα µεγάλο κοπάδι µαγιάτικα «σεργιανάει» πάνω από πετρώδη βυθό . Το γεγονός ότι οι αψίδες και ο πυθµένας διαγράφονται διακεκοµµένα ή µε «χτένια», οφείλεται στο φαινόµενο του επιφανειακού κυµατισµού. Παρόλα αυτά, ο όγκος των ψαριών διακρίνεται πεντακάθαρα και τα µεγάλα µέλη του κοπαδιού, ξεπερνούν τα 30 και πλέον κιλά. ∆ηµήτρης Σπύρου