Όταν ακούµε «συρτή βυθού», το µυαλό όλων µας πάει λίγο-πολύ σε τόπους ισοβαθείς µε µικροµεσαίες εναλλαγές βάθους. Δηλαδή σχετικά προσιτούς βυθούς, όπου µπορούµε εύκολα να απλώσουµε τη συρτή µας και να απολαύσουµε την αναµέτρηση µε ψάρια διαφόρων ειδών.
Τι γίνεται όµως όταν θέλουµε να ψαρέψουµε σε απότοµα γκρεµίσµατα ή ανώµαλους βυθούς µε πολλές εναλλαγές στο βάθος; Θα σας µιλήσω λοιπόν για την τεχνική µε την οποία ψαρεύουµε εµείς τη συρτή βυθού. Σε σηµεία που παλιά µας φαίνονταν απρόσιτα, όπως µεγάλα γκρεµίσµατα µε έντονη διακύµανση βάθους. Όλο το ψάρεµα άρχιζε µε υπολογισµούς, καθώς προσπαθούσαµε να καταλάβουµε την απόσταση µεταξύ του µολυβιού που κρατούσαµε στο χέρι, µέχρι το τεχνητό µας.
Ο λόγος που θέλουµε να ξέρουµε την ακριβή οριζόντια απόσταση (και όχι απόσταση νήµατος παράµαλλου), του τεχνητού από το µολύβι στο χέρι µας, είναι γιατί µε τη βοήθεια του βυθόµετρου και τους κατάλληλους υπολογισµούς, γνωρίζουµε ποιο είναι το πραγµατικό βάθος εκεί που πλέει το τεχνητό µας. Όχι το βάθος που µας δείχνει τη συγκεκριµένη στιγµή το βυθόµετρο. Έτσι, µετά από αρκετές δοκιµές, και πάντα µε τη βοήθεια του βυθοµέτρου και χρησιµοποιώντας τεχνητά ψαράκια χωρίς σαλαγκιές, καταλήξαµε στο δικό µας πίνακα.
Από εκεί και πέρα, θα µετρήσετε την απόσταση από το τελευταίο µολύβι µέχρι το ψαράκι και θα βγάλετε την απόσταση από κάθε µολύβι. Π.χ. αν εγώ θέλω να µετρήσω (την παραπάνω απόσταση) από το µολύβι µε βάθος 40 µέτρα, διαιρώ µε το 2, άρα 20 µολύβια, και πολλαπλασιάζω 20Χ8 =160 µέτρα. Προσθέτω την απόσταση του παράµαλλού µου, ας πούµε 20 µέτρα, και βρίσκω τη σωστή απόσταση του µολυβιού από το τεχνητό, που είναι 180 µέτρα.
Έτσι δε µπορούµε να υπολογίζουµε τις αποστάσεις µε ακρίβεια. Γι’ αυτόν το λόγο, φροντίζουµε να κρατάµε µια απόσταση ασφαλείας 5 έως και 15 µέτρων. Όταν οι συνθήκες δεν είναι κατάλληλες. Έτσι λοιπόν, αφού µπορέσουµε να βρούµε την απόσταση από κάθε µολύβι µας, και την απόσταση του παράµαλλού µας, θα φτιάξουµε το δικό µας πίνακα και θα προχωρήσουµε στο ψάρεµα.
Στην εικόνα βλέπουµε ότι το ισοβαθείς µας ήταν στα 36 µέτρα και το γκρέµισµα έχει φτάσει στα 50 και συνεχίζει την κάθοδο. Εµείς κρατάµε το µολύβι µε βάθος 34, άρα βάση του πίνακα βρισκόµαστε 164 µέτρα πίσω. Συνεχίζουµε την πορεία µας προσπαθώντας να κινούµαστε όσο το δυνατόν σε µία ευθεία µακριά από το γκρέµισµα. Δε σταµατάµε να ελέγχουµε το βυθόµετρό µας.
Ένα επίσης σηµαντικό όργανο για την αποφυγή λαθών στη συρτή µας είναι η πυξίδα. Με τη βοήθεια τη οποίας µπορούµε να βλέπουµε ποια πορεία είχαµε όταν περάσαµε πάνω από το γκρέµισµα, Ώστε να ακολουθήσουµε την ίδια. Π.χ. ήµασταν σε πορεία 145 µοιρών; Θα προσπαθήσουµε να κρατήσουµε την ίδια πορεία. Με αυτόν τον τρόπο το ψαράκι µας θα περάσει πάνω από το γκρέµισµα. Ακριβώς από το σηµείο που βλέπουµε στο βυθόµετρο. Μπορεί όλα αυτά να σας φαίνονται βουνό. Αλλά πιστέψτε µε, αν µάθετε να δουλεύετε σωστά τη συρτή σας µε αυτό τον τρόπο, θα πάρετε ψάρια από σηµεία που παλιά ούτε καν σκεπτόσασταν να περάσετε.