Θα έχω μια τρελότερη ιστορία να διηγηθώ αν κάποια μέρα ανοίξω το ψυγείο μου δίπλα στην παραλία κι ένα 3κιλο λαβράκι πηδήξει μέσα αυτοκτονικά. Η παρακάτω ιστορία είναι ένα βήμα πριν συμβεί το ανεξήγητο και θα την θυμάμαι πάντα σαν μια από τις πιο τρελές μου στιγμές στη θάλασσα.
του Μανώλη Λεονάδρου
Αττική, πίσω μου Αιγαίο. Τα λαβράκια άνω των 1,8 κιλών είναι πιο σπάνια κι από ροφό στις εκβολές του Νέστου. Το πιάσατε;
Τρεις μέρες συνεχόμενα έδινε ο νοτιάς. Όταν έσπασε έκανα την καρδιά μου πέτρα και πήγα να πέσω μες στη λάσπη. Ο καιρός βαρύς. Γουστάρω. Μια μούρη αργά ή γρήγορα θα έσπαγε τη θολούρα στα δύο. Απλά μαθηματικά.
Έπεσα μεσημέρι αλλά είχε φτάσει απόγευμα και δεν είχα δει ούτε ουρά. Το ηθικό παγώνει χειρότερα απ’ το σώμα όταν το ένστικτο δεν σου βγαίνει. Το ένστικτο που ξυπνάς το πρωί και σου ωρύεται: Τρέχα στον κάβο θα έχει συναγρίδα. Πας, έχει, πιάνεις, ζεσταίνεσαι. Απλή χημεία. Πας, δεν έχει ούτε καλόγρια, κρυώνεις. Απλή χημεία.
Έπιασα δύο μικρούς κεφάλους για να φάω κάτι το βράδυ και πήρα την επιστροφή προς το αυτοκίνητο μέχρι που έφτασε η στιγμή του “ένα τελευταίο καρτέρι”. Μια ακόμα από τις πολλές οπτασίες που είχαν κάνει τα μάτια μου, έσπαγε για άλλη μια φορά τη θολούρα. Στάσου, αυτό είναι αληθινό! Με πλήρη την απουσία εγρήγορσης, καθότι είχα πια πεισθεί ότι δεν κυκλοφορεί λαβράκι εκείνη τη μέρα, ο νευρώνας που ενώνει το δάχτυλο με τον εγκέφαλο πάτησε τη σκανδάλη πριν ο νευρώνας της στόχευσης δώσει εντολή να κάνω ένα τσικ πάνω το όπλο. Η βέργα ξύνει το ψάρι επιδερμικά τέρμα κάτω από το πλευρικό πτερύγιο και το ψάρι φεύγει ελεύθερο. Όχι ρε ΔΙΑΟΛΕ. ΟΧΙ! ΟΧΙΙΙΙΙ!!! Ούρλιαξα στην επιφάνεια. Είναι σαν να είσαι στην έρημο, να περάσει από μπροστά σου ένα μπέργκερ με διπλό μπιφτέκι, να το πιάσεις στα χέρια σου και την ώρα που πας να το δαγκώσεις να σου πέσει το μπέργκερ στο γκρεμό που μέχρι πριν δεν υπήρχε. Έτσι ένιωθα.
Το ψάρι όμως, αντίθετα με το μπέργκερ, αντί να φύγει για πέλαγο ή έστω από κει που ‘ρθε φεύγει σφαίρα για το γιαλό. Παίρνω τη βέργα στο χέρι μήπως λουφάξει πουθενά και τρέχω προς τα εκεί που χάθηκε μες στη θολούρα. Δεν ξέρω ποια πίστη με έκανε να τρέξω ξοπίσω του στο γιαλό. Αυτό είναι ένα εξ ορισμού χαμένο ψάρι. Ποτέ δεν τα ακολουθώ. Φτάνοντας πια πολύ ρηχά το νερό καθάριζε κι έβλεπα λίγο καλύτερα. Το ψάρι, όπως τρέχουν τα λαβράκια, το είχα κατά μέτωπο κι είχε ξεκινήσει να τρέχει με σκοπό να περάσει από κάτω μου και να φύγει στο πέλαγο. Δεν το κράταγε κανένα σχοινί, καμία βέργα. Ήταν ένα ελεύθερο λαβράκι με μια νυχιά στην κοιλιά. Τρίχες.
Περνώντας το ψάρι από κάτω μου και δεξιά, με ταχύτητα ίσως κάτι λιγότερο από του φωτός (απλή φυσική, έτσι τρέχουν τα φοβισμένα λαβράκια) τεντώνω το χέρι μου που κρατούσε τη βέργα προς τα εκεί που πέρναγε και σαν από θαύμα βρίσκει το ψάρι λίγο πιο πάνω από την προηγούμενη βολή και το καρφώνει στο βράχο. Γρήγορα το σιγουρεύω και το παίρνω αγκαλιά. Δεν μπορώ να το εξηγήσω καλύτερα αυτό που συνέβη πάρα με ένα παράδειγμα : Ήταν σαν το μπέργκερ που πέφτει στο γκρεμό να βρεθεί στο ένα δις των κβαντοπιθανοτήτων όπου πέφτει σε ρήγμα αντιβαρύτητας κι επιστρέφει στα χέρια σου. Καθόλου απλή φυσική…
Κάπως έτσι ένιωσα όμως.
Έβαλα το ψάρι στο ψυγείο μου. Ντύθηκα τα ρούχα μου κι έβαλα καλοριφέρ. Ξαναβγήκα από το αμάξι να ελέγξω αν το ψάρι είναι ακόμα εκεί. Μια μέρα που καταρρέουν οι νόμοι όλα μπορούν να συμβούν.
Όλα καλά, ήταν εκεί. Όμως εγώ ένιωθα σα να με έχουν δείρει. Νομίζω αποτυπώνεται καθαρά στη φάτσα μου. Είναι το πιο δύσκολο ψάρι που κατάφερα να σώσω.
ΥΓ. Απόλυτα λογικό να μην το πιστέψει κάποιος αφού δεν έχω και βίντεο να το αποδείξω!